Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2021

Ανακοίνωση - Ενημέρωση

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ – ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

 

Ο Φιλοπρόοδος Όμιλος Ελαιοχωρίου πιστός στο καθήκον και την υποχρέωση να ενημερώνει για γεγονότα, προβλήματα και συμβάντα του χωριού μας σας γνωρίζει τα εξής :

Τα ανταποδοτικά τέλη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) που αφορούν όμορες κοινότητες που επιβαρύνονται από την λειτουργία τους, αποτελούν το 3% των εσόδων της παραγόμενης ενέργειας και κατατίθενται στους δήμους στα γεωγραφικά όρια των οποίων λειτουργούν οι σταθμοί.

Από το 3% το 1% πηγαίνει στους οικιακούς καταναλωτές υπό μορφή έκπτωσης στα τιμολόγια ρεύματος ,το 1,7% στις κοινότητες υπό μορφή έργων και το 0,3% στο πράσινο ταμείο.

Το αναλογούν ποσό για την χρονική περίοδο 2016-2021 ανέρχεται περίπου στα 700,000 ευρώ για τις κοινότητες Ελαιοχωρίου και Παρθενίου.

Το πρόβλημα που υφίσταται και είναι ιδιαίτερα κρίσιμο για το χωριό μας αφορά τον καταμερισμό μεταξύ των δύο κοινοτήτων.

Η κοινότητα Παρθενίου διεκδικεί σχεδόν όλο το ποσό καθότι υποστηρίζει ότι όλες οι ανεμογεννήτριες είναι τοποθετημένες στα δικά του γεωγραφικά όρια.

Η απόφαση του υπουργείου ΥΠΕΝ για την χρονική περίοδο 2016-2019 από την επιτροπή καταμερισμού 30/7/2020 όρισε αναλογία 50/50 μοιράζοντας το ποσό των 155,000 ευρώ, 77,500 για το Ελαιοχώρι και 77,500 ευρώ για το Παρθένι.

Το ποσό αυτό αφορούσε τους οικιακούς καταναλωτές.

Στην απόφαση αυτή ομάδα Παρθενιωτών  υπέβαλε ένσταση αμφισβητώντας τον ανώτερο καταμερισμό.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορούν να απορροφηθούν τα χρήματα από τις εν λόγω κοινότητες και τους οικιακούς καταναλωτές.

Ο Φιλοπρόοδος Όμιλος Ελαιοχωρίου από την πρώτη στιγμή ενεργοποιήθηκε προκειμένου να συγκεντρώσει στοιχεία που αφορούν τα όρια Ελαιοχωρίου – Παρθενίου για την εκδίκαση της ένστασης από την αρμόδια επιτροπή ενστάσεων του Υπουργείου η οποία έχει οριστεί για την  7η Δεκεμβρίου 2021.

Τα στοιχεία που συγκέντρωσε ο Φ.Ο.Ε. τα οποία μαρτυρούν και αποδεικνύουν ξεκάθαρα ότι 4 ανεμογεννήτριες βρίσκονται στα γεωγραφικά όρια του Ελαιοχωρίου και 4 στα όρια του Παρθενίου και κατά αναλογία ο καταμερισμός των ανταποδοτικών τελών είναι 50/50.

Τα 17 στοιχεία τα οποία αποτελούνται από παλαιά αρχεία και χάρτες προσκομίστηκαν στον ορισμένο εκπρόσωπο του χωριού μας δικηγόρο Καγκλή Φώτη

 

 

Μετά τιμής

Το Δ.Σ.      Φ.Ο.Ε.

Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2021

 

                                             ΟΙ ΜΑΣΚΛΙΝΙΩΤΕΣ ΑΓΩΓΙΑΤΕΣ

 

Μέχρι την δεκαετία του 1930 το μοναδικό μέσο μεταφοράς ανθρώπων και εμπορευμάτων ήταν το τραίνο που περνούσε από το χωριό μας. Δεν είχαν ανοιχτεί αυτοκινητόδρομοι στην ευρύτερη περιοχή της Κυνουρίας. Η διακίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων στην περιοχή αυτή γινόταν: α) με πεζοπορία, «με τα πόδια» όπως έλεγαν, β) με ιδιόκτητο μεγάλο ζώο, μουλάρι ή γαϊδούρι και πολύ σπάνια με άλογο, αφού στην περιοχή εκείνη την εποχή υπήρχαν ελάχιστα και γ) με μισθωμένο από τον ταξιδιώτη γαϊδουρομούλαρο. Τα ζώα ή ανήκαν στον ιδιοκτήτη των μεταφερομένων εμπορευμάτων ή ήταν μισθωμένα μαζί με τον οδηγό τους που κατά κανόνα ήταν και ιδιοκτήτης τους. Έτσι προέκυψε το επάγγελμα του «αγωγιάτη» και πολλοί από τους κατοίκους του χωριού, εκτός από τις γεωργικές ασχολίες τους, ασκούσαν δευτερευόντως και αυτό το επάγγελμα. Μετέφεραν με τα μουλάρια τους ανθρώπους και εμπορεύματα «με πληρωμή» από την Μάσκλινα που ως εκεί έφταναν με το τραίνο, μέχρι το Καστρί, τον Άγιο Πέτρο και σε ολόκληρη την ορεινή Κυνουρία.

Οι αγωγιάτες και οι στρατοκόποι τις ανάστερες και παγωμένες νύχτες του χειμώνα, που δεν έβλεπαν να περπατήσουν πάνω στις κακοτράχαλες πέτρες, διπλώνονταν με τη χλαίνη τους και καβαλούσαν πάνω στα μουλάρια τους, εμπιστευόμενοι τον εαυτό τους σε αυτά, που είχαν το προνόμιο να «βλέπουν» την νύχτα το δρόμο, για να τους οδηγήσουν με ασφάλεια στον προορισμό τους. Ανέβαιναν τον Αρμακά, περνούσαν την ΑγιαΣοφιά και έπαιρναν το σκληρό και άδενδρο μονοπάτι της «Λαγκάδας». Όταν περνούσαν πιά και την «κορφή της Λαγκάδας» έφταναν σε ένα άνυδρο, κακοτράχαλο οροπέδιο, το Δραγούνι, οπότε αντίκρυζαν δεξιά, κοντά στο δρόμο τους, το χάνι του «Τριανταεφτά» και έσπαγε λίγο ο πάγος της μοναξιάς που πλάκωνε την ψυχή τους, ελπίζοντας πως υπάρχει εκεί κοντά κάποια ανθρώπινη ψυχή να προστρέξει για βοήθεια, αν χρειαζόταν. Όταν περνούσαν και από το Χάνι του «Κοσκινά» που ήταν παραπάνω, συναντούσαν εκεί και άλλους στρατοκόπους που έφταναν προερχόμενοι από άλλες κατευθύνσεις, αντάλλασαν πέντε κουβέντες μεταξύ τους, ξεκουράζονταν για λίγο και ανανεωμένοι συνέχιζαν το δρόμο τους, παίρνοντας τον κατήφορο για το Καστρί και τον Άγιο Πέτρο.

Άλλοι Μασκλινιώτες αγωγιάτες πάλι φόρτωναν στα μουλάρια τους εμπορεύματα που είχαν φτάσει μέχρι το χωριό με το τραίνο και, ιδιαίτερα την περίοδο του τρύγου των αμπελιών, τα ασκιά με το μούστο και τα μετέφεραν στο Άστρος, στο Κορακοβούνι στον Άγιο Ανδρέα και στα άλλα χωριά της βορειοανατολικής Κυνουρίας. Στο δρόμο τους σταματούσαν να πάρουν μια ανάσα αυτοί και τα ζώα τους στα χάνια του «Τσιμούρη», που ήταν χτισμένα στην περιοχή της Πλατάνας, ακριβώς πάνω στον οδικό κόμβο Μάσκλινας –περιοχής Θυρέας και είχαν ασταμάτητη κίνηση μέρα νύχτα, γι’ αυτό και λειτουργούσαν σε εικοσιτετράωρη βάση. Από εκεί συνέχιζαν τον σχετικά βατό χωματόδρομο για τον προορισμό τους.

O χωριανός μας δάσκαλος Γ.Μίλης σημειώνει πως: «όλα τα εμπορεύματα και οι άνθρωποι με προορισμό την ΑγιαΣοφιά, το Καστρί, τον Άγιο Πέτρο και όλα τα γύρω μικρότερα χωριά κατέβαιναν στο Ελαιοχώρι και με τα ζώα πήγαιναν στα χωριά. Αποστάσεις από μια έως πέντε ώρες. Την μεταφορά των ανθρώπων με τα ζώα την έλεγαν «καβάλες».

Έτσι ημέρα και νύχτα οι Μασκλινιώτες αγωγιάτες με 150-200 μουλάρια μετέφεραν άλευρα και παντός είδους εμπορεύματα σε όλα τα χωριά, αλλά κυρίως στα δύο κεφαλοχώρια Καστρί και Άγιο Πέτρο, που είχαν μεγάλη ζωή και κίνηση. Από εκεί κατά την επιστροφή μετέφεραν πατάτες, κεράσια, βύσσινα και άλλα προϊόντα που προορίζονταν για να μεταφερθούν σιδηροδρομικώς στις αγορές του Άργους και των Αθηνών.

Το αγώγι μέχρι Καστρί, Άγιο Πέτρο είχε 35 με 40 δραχμές. Πολύ μικρό αν το συγκρίνει κανείς με τα έξοδα του πεταλώματος του μουλαριού, την αξία των παπουτσιών, τις τιμές των τροφίμων, αφού 10 δραχμές είχε η οκά το αλεύρι. Η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στα αγροτικά, βιομηχανικά και βιοτεχνικά προϊόντα, η φτώχεια και η μεγάλη προσφορά εργασίας, δημιουργούσαν την ανισότητα αυτή, που επακόλουθο είχε και την ανθρώπινη εκμετάλλευση.

Με τα αγώγια και την συγκοινωνία το Ελαιοχώρι είχε πολλά μαγαζιά, μπακάλικα, εμπορικά, ταβέρνες, χασάπικα και μεγάλη κίνηση και ζωή. Όλα όμως πήραν την κατιούσα, όταν τέλειωσε ο αυτοκινητόδρομος Τριπόλεως-Καστρίου-Αγ. Πέτρου- Άστρους και οι μεταφορές ανθρώπων και εμπορευμάτων εγίνοντο με τα αυτοκίνητα».

Σήμερα όλα τα μονοπάτια έχουν ρημάξει  και αποτελούν για τους λίγους εναπομείναντες υπέργηρους Μασκλινιώτες μια γλυκόπικρη ανάμνηση.

                                                                                     Γ.Σ.Μασκλινιώτης

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2021

 

    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ  ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΚΑΜΨΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΑΣ

 

 

     Κατ’ αρχάς πρέπει να σημειώσουμε, κατά την ταπεινή μας άποψη, πως η σημερινή πληθυσμιακή και οικονομική κατάσταση του χωριού μας  είναι ακόμη αναστρέψιμη,  όσο όμως υπάρχει καιρός, ύστερα από προϋποθέσεις και  οπωσδήποτε με σκληρή δουλειά. Πρέπει πρώτα από όλα να πιστέψουμε ΟΛΟΙ οι Μασκλινιώτες πως το χωριό μας έχει πολλές δυνατότητες εξέλιξης στον οικονομικό και πολιτιστικό τομέα και ότι πρέπει να παλέψουμε  όλοι μαζί ενωμένοι σαν μια γροθιά, πέρα από κομματικές ή άλλες αντιπαλότητες, για την επίτευξη  αυτών των στόχων.

     Το λάδι που παράγεται από τις ελιές της περιοχής μας, είναι άριστης ποιότητας, «βιολογικής καλλιέργειας», αφού η λίπανση και το ράντισμα των ελαιόδεντρων είναι σχεδόν ανύπαρκτα. Παρά το γεγονός αυτό, η μεγαλύτερη ποσότητα του λαδιού, μέχρι σήμερα, εξακολουθεί να διατίθεται στους εμπόρους, σε εξευτελιστικές τιμές, χύμα, χωρίς να έχει υποστεί ούτε την στοιχειώδη τυποποίηση.

Είναι πολύ σημαντικό ότι ο ελαιόκαρπος, εφόσον υποστεί την διαδικασία της ψυχρής έκθλιψης, σε συνδυασμό με τα παραπάνω πλεονεκτήματά του, αποδίδει ελαιόλαδο, που εκτός από την χρήση του, στην μαγειρική, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ευρέως  για φαρμακευτικούς σκοπούς και για την παρασκευή  σειράς βιολογικών καλλυντικών σκευασμάτων,  εκτοξεύοντας έτσι στα ύψη την τιμή του ανά λίτρο. Από τον ελαιόκαρπο επίσης, που είναι άριστης ποιότητας, όταν γίνει κατάλληλη επεξεργασία συντήρησής του, με τρόπους και μεθόδους που κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας, και την παραγωγή βρωσίμων ελιών (παστές, θρουμπάτες, ξυδάτες, τουλουμίσιες) με την συσκευασία τους σε γυάλινα ή μεταλλικά δοχεία, δημιουργούνται τεράστιες δυνατότητες διάθεσής τους στην εγχώρια αγορά σε πολύ συμφέρουσες τιμές.

Όμως προϋπόθεση για την μεγιστοποίηση της οικονομικής απόδοσής τους, και την επέκταση της διάθεσής τους, στις αγορές των μεγαλουπόλεων ακόμη και σε αγορές του εξωτερικού είναι απαραίτητο να αποκτήσουν τα παραπάνω προϊόντα α) «επωνυμία» και β) να υποστούν την διαδικασία εμφιάλωσης και συσκευασίας γενικότερα. Αλλά και η Πολιτεία θα πρέπει, πρώτα εκείνη, να σταθεί αρωγός στην προσπάθεια αυτή, δημιουργώντας το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, καθώς και όλες τις άλλες προϋποθέσεις, για την διάθεση του «Ελαιοχωρίτικου» ελαιόλαδου, και των βρωσίμων ελιών στις μεγάλες αγορές της Αθήνας και του εξωτερικού. Η δημιουργία σύγχρονου φυγοκεντρικού ελαιοτριβείου και συσκευαστηρίου ελαιολάδου από τον χωριανό μας Χρήστο Καγκλή αποτελεί οπωσδήποτε μια θετική εξέλιξη. Όμως, κατά την άποψή μας, αυτό δεν είναι αρκετό. Απαιτείται η δημιουργία μεγάλης μονάδας τυποποίησης ελαιολάδου και βρωσίμων ελιών, ώστε να απορροφάται ολόκληρη η παραγωγή των ελαιώνων του χωριού και να διατίθεται στην αγορά «επώνυμα», ώστε να διασφαλίζονται υψηλές τιμές διάθεσής του.

Το εξαιρετικά ξηρό και υγιεινό κλίμα της περιοχής, σε συνδυασμό με την τελευταία σημαντική βελτίωση του οδικού δικτύου, προς τις πεντακάθαρες «παρθένες» ακτές της ανατολικής Κυνουρίας, με την μείωση του χρόνου μετάβασης εκεί, σε ένα τέταρτο της ώρας περίπου, μπορεί να αποτελέσει το χωριό μας, προσφιλή προορισμό για την διαμονή Ελλήνων αλλά και κατοίκων του εξωτερικού, κατά την περίοδο των διακοπών τους. Όμως και εδώ απαιτούνται σημαντικές παρεμβάσεις, με την προβολή των κλιματικών πλεονεκτημάτων της περιοχής και την δημιουργία οργανωμένων καταλυμάτων (πανσιόν ή ξενοδοχείων), καθώς και εστιατορίων (ταβερνών), που θα προσφέρουν άνετη διαμονή στους επισκέπτες. Και εδώ η Πολιτεία πρέπει να σταθεί αρωγός, στην προσπάθεια των ενδιαφερομένων να δημιουργήσουν οργανωμένα καταλύματα και εστιατόρια, εντάσσοντας τις προσπάθειές τους αυτές, σε υφιστάμενα Ευρωπαϊκά προγράμματα.(Leader κλπ).

 Η άμεση τουριστική αξιοποίηση από την Πολιτεία  της σιδηροδρομικής διαδρομής Άργους-Τρίπολης, με την επαναλειτουργία του σιδηροδρόμου, στα πρότυπα του «τραίνου του Πηλίου», και την δημιουργία στο σταθμό του χωριού κατάλληλης υποδομής (αναψυκτήριο- καφενείο- εστιατόριο), θα δώσει σίγουρα νέα ώθηση στην τουριστική ανάπτυξη του χωριού, με απρόβλεπτες θετικές εξελίξεις. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι στο εξωτερικό αναβαθμίζουν και εκσυγχρονίζουν παρόμοιες εγκαταστάσεις σε πολύ πιο δύστροπα γεωγραφικά ανάγλυφα, χωρίς να ξανακάνουν φαραωνικά έργα, που γεμίζουν τον τόπο τσιμέντο και καταστρέφουν το τοπίο καθώς και την ομορφιά του παλαιού δικτύου. Υπάρχουν τέτοιες γραμμές που συνδυάζουν επιβατική, τουριστική και εμπορική λειτουργία (π.χ.Bernina Express Ελβετίας, Mariazell Bahnhof Αυστρίας κλπ.) ή λειτουργούν αμιγώς για τουριστική χρήση, με την οικονομική συμβολή ή απλά εθελοντική παροχή βοήθεια από τοπικούς φορείς ή φυσικά πρόσωπα (π.χ. Durango & Silverton Train USA, Train a vapeur des Cevennes Γαλλία κλπ.) προσπορίζοντας τέτοια κέρδη στις κοινότητες που διασχίζει το τραίνο, που σε κάποιες περιπτώσεις ολόκληρα χωριά ζουν από τα έσοδα αυτού του τουρισμού.

Η δημιουργία κέντρου προβολής της σιδηροδρομικής και της ελαιοκομικής ιστορίας του Ελαιοχωρίου στο χώρο του Δημοτικού Σχολείου, που βρίσκεται στην τελική φάση υλοποίησης, ύστερα από τις άοκνες προσπάθειες  του Δ.Σ. του Φιλοπρόοδου Όμιλου Ελαιοχωρίου με πρωτοστάτη τον συγχωριανό μας Δημήτρη  Στυλ. Σκλημπόσιο, θα συμβάλει θετικά στην πολιτιστική και οικονομική εξέλιξη του χωριού μας. Άλλωστε στους δύο αυτούς  παράγοντες, την ελιά και το σιδηρόδρομο, οφείλει το χωριό την δημιουργία του, την ύπαρξη και την ανέλιξή του για διακόσια περίπου χρόνια και την σταθερή πορεία του στο χρόνο. Και τούτο σε αντίθεση με την εξέλιξη των γύρω χωριών της περιοχής μας,  που «σβήνουν» πληθυσμιακά από το χάρτη της πατρίδας μας.

Αν όμως δεν υπάρξουν εξελίξεις από αυτές που προαναφέραμε, ή ακόμη και άλλες, που ίσως σκεφτούν και υλοποιήσουν άλλοι συγχωριανοί μας, η δε κατάσταση στο χωριό, από άποψη ανάπτυξης, παραμείνει όπως είναι σήμερα, τότε είναι μαθηματικά βέβαιο, πως σε λίγα χρόνια, για την επόμενη γενιά των συμπατριωτών μας, το χωριό θα παραμένει απλή ανάμνηση, και τα σπίτια του θα ρημάζουν ακατοίκητα, αφού θα έχουν φύγει από τη ζωή και οι τελευταίοι εναπομείναντες, που φύλαξαν, ως το τέλος, τις «Θερμοπύλες» του χωριού μας.

                                                                                                      Γιώργος Στυλ. Σκλημπόσιος

Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2021

 

                                       ΤΑ     ΕΛΑΙΟΤΡΙΒΕΙΑ   ΤΗΣ ΜΑΣΚΛΙΝΑΣ

 

 Η μικρή βιομηχανία στο χωριό μας  ξεκίνησε με την  ύπαρξη και λειτουργία των ελαιοτριβείων, λιοτριβιών ή λιτριβιών όπως τα έλεγαν, αφού τα βασικά προϊόντα που παράγονται ανέκαθεν στην περιοχή μας είναι  η ελιά και το λάδι.  Τα ελαιοτριβεία ήταν  ιδιοκτησίες συγχωριανών μας, ενός ή περισσοτέρων νοικοκυριών, και για την έκθλιψη του ελαιοκάρπου έπαιρναν σαν αμοιβή μικρή ποσότητα από το παραγόμενο ελαιόλαδο, το ονομαζόμενο «δικαίωμα». Αυτά λειτουργούσαν από τις αρχές του Δεκέμβρη κάθε χρόνου, μέχρι τα τέλη του Φλεβάρη  του επόμενου, περίπου.

      Τα πρώτα ελαιοτριβεία του χωριού φωτίζονταν με τα λυχνάρια και ήταν ζωοκίνητα και χειροκίνητα. Συνήθως με την δύναμη των μουλαριών κυλούσαν τις πέτρες, με τις οποίες πολτοποιούσαν τον ελαιόκαρπο, ενώ χειρωνακτικά λειτουργούσαν τα πιεστήρια  των ελαιοτριβείων, με τα οποία γινόταν η έκθλιψη του λαδιού. Οι φούρνοι των ελαιοτριβείων στους οποίους ζέσταιναν το νερό που ήταν απαραίτητο για να υποβοηθείται η έκθλιψη, τροφοδοτούντο με καυσόξυλα και με το στερεό κατάλοιπο από την έκθλιψη του ελαιολάδου, το «λιοκκόκι».Τα καυσόξυλα έφερνε στο ελαιοτριβείο φορτωμένα στο μουλάρι του ο νοικοκύρης, λίγο πριν αρχίσει η έκθλιψη του ελαιοκάρπου του.

      Στα ελαιοτριβεία αυτά  μετέφεραν οι νοικοκυραίοι τον ελαιόκαρπο μέσα σε σακιά με τα μουλάρια τους και τα στοίβαζαν σε σωρούς σε μια γωνιά του, περιμένοντας τη σειρά τους  «να βγάλουν το λάδι». Όταν ξεκινούσε η διαδικασία της έκθλιψης τα σακιά με τις ελιές  αδειάζονταν ένα - ένα μέσα σε ένα μεγάλο ξύλινο ανεστραμμένο χωνί. Από το στενό στόμιό του έπεφταν αργά –αργά και σε μικρές ποσότητες οι ελιές πάνω σε ένα τσιμεντένιο αλώνι διαμέτρου τριών μέτρων περίπου με μεγάλα χείλια περιφερειακά του αλωνιού. Μέσα σε αυτό κυλούσαν περιστροφικά δύο όρθιες τεράστιες πέτρινες ρόδες, πάχους σαράντα  εκατοστών και διαμέτρου ενός μέτρου περίπου  η κάθε μια, στηριγμένες πάνω σε ένα σιδερένιο άξονα. Αυτές κινούντο με ξύλινο μηχανισμό και με την δύναμη των ανθρώπινων χεριών η από κάποιο μουλάρι. Οι εργάτες ή το μουλάρι   έφερναν γύρους, έξω από το πέτρινο αλώνι με τα υπερυψωμένα τσιμεντένια χείλη, κυλώντας τις πέτρες με ειδικό μηχανισμό. Οι πέτρες αυτές καθώς κυλούσαν, πολτοποιούσαν τον ελαιόκαρπο κάνοντάς τον πολτό (χαμούρι*).Για να διευκολύνουν την πολτοποίηση του ελαιόκαρπου οι εργάτες έριχναν πότε – πότε  πάνω στις πέτρες ζεστό νερό που έπαιρναν από το φούρνο του ελαιοτριβείου. Μόλις ο ελαιόκαρπος γινόταν πολτός, άνοιγαν το μικρό πορτάκι στα τσιμεντένια χείλη, στο ύψος της επιφάνειας του αλωνιού και ο πολτός χυνόταν μέσα στη διπλανή λίμπα που βρισκόταν χαμηλότερα από την επιφάνειά του. Τον έσπρωχναν προς τα έξω να πέσει στη «λίμπα*» οι πέτρες καθώς και ένας εργάτης με το φτυάρι.

      Έπειτα άρχιζε το στίψιμο του πολτού στο πιεστήριο. Η διαδικασία αυτή ονομαζόταν «τσόλιασμα». Ο πολτός που είχε πέσει μέσα στη λίμπα τον έπαιρνε ένας εργάτης με ένα δοχείο  και τον άδειαζε  μοιράζοντάς τον  μέσα σε ειδικούς τετράγωνους φακέλους που ήταν πλεγμένοι με σκοινιά, τα «τσόλια*». Άνοιγε το φάκελο σε κάθε τσόλι και  άπλωνε τον πολτό με το χέρι του στην εσωτερική κάτω επιφάνειά του. Έπειτα  σήκωνε το τσόλι και  το στοίβαζε  με τέχνη  σε στοίβα πάνω στη σταθερή σιδερένια βάση του πιεστηρίου. Αυτό λειτουργούσε χειρωνακτικά, δηλαδή με την βοήθεια ανθρώπινων χεριών. Η διαδικασία αυτή δεν ήταν εύκολη, αλλά επίπονη και χρονοβόρα. Μόλις στοίβαζαν καμμιά εικοσαριά τσόλια πάνω στη σταθερή σιδερένια βάση, βίδωναν σε κοχλία τον «παπά», μια σιδερένια τετράγωνη επιφάνεια που κατέβαινε από την πάνω επιφάνεια του πιεστηρίου, που βιδώνοντάς την άρχιζε να πιέζει από πάνω τα τσόλια. Στην αρχή το βίδωμα ήταν εύκολο αλλά όσο προχωρούσε η διαδικασία του στιψίματος τα πράγματα δυσκόλευαν. Ο «παπάς» άρχιζε να σφίγγει από περισσότερους εργάτες με την βοήθεια ενός τρίμετρου πουρναρόξυλου. Άφηναν λίγο να στραγγίσουν τα τσόλια και έπειτα συνέχιζαν το στίψιμο ρίχνοντας πάνω στα τσόλια με τις κανάτες ζεστό νερό για να διευκολύνουν το διαχωρισμό του λαδιού από το στέρεο υπόλειμμα στο τσόλι, το «λιοκκόκι». Έπειτα σήκωναν τον παπά ξεβιδώνοντάς τον και κατέβαζαν όλα τα τσόλια από την σιδερένια βάση του πιεστηρίου. Τότε άρχιζε και πάλι το κυρίως θέρμισμα. Ο ένας εργάτης έβαζε το τσόλι πάνω στην σιδερένια βάση του πιεστηρίου, ενώ ο άλλος άνοιγε το φάκελλο με τον πολτό και έχυνε μέσα μια κανάτα καυτό νερό που είχε ετοιμαστεί στο καζάνι του φούρνου του ελαιοτριβείου. Έτσι ξαναστοίβαζαν τα τσόλια πάνω στη βάση του πιεστηρίου και επαναλάμβαναν την διαδικασία του στιψίματος που περιγράψαμε παραπάνω. Με την διαδικασία του στιψίματος το λάδι μαζί με τα νερά (λιοζούμια*) έτρεχαν με αργούς ρυθμούς μέσα στη λίμπα. Στη συνέχεια άρχιζαν το «ξετσόλιασμα», άδειαζαν δηλαδή το περιεχόμενο από τα τσόλια, το λιοκκόκι, που ήταν σε στερεή μορφή και το σώριαζαν σε μια γωνιά για να παραδοθεί στη συνέχεια στον παραγωγό.  Σήμερα ένα τέτοιο διπλό χειροκίνητο πιεστήριο βρίσκεται σαν μουσειακό είδος πάνω στην μικρή πλατεία στα Ζαρελιάνικα, δίπλα στο γεφύρι της Μπαμπακίτισας.

     Ένας ειδικευμένος εργάτης, ο «κουμανταδόρος», έπρεπε να διαχωρίσει το νερό από το λάδι που είχαν μαζευτεί μέσα στη λίμπα, αφού ο «διαχωριστήρας» ήταν ανύπαρκτος την εποχή εκείνη. Άφηνε πρώτα να ηρεμήσει για λίγο χρονικό διάστημα το νερό που ήταν ανακατεμένο με το λάδι και είχε πέσει μέσα στην λίμπα,  οπότε το νερό  σαν βαρύτερο καθόταν κάτω από το λάδι. Ακολούθως έπαιρνε μια κανάτα ή μια κολοκύθα και με αυτή αφαιρούσε το λάδι που στεκόταν πάνω από την επιφάνεια του νερού και είχε «κορφιάσει», χωρίς όμως να μπορεί να κάνει γρήγορα την διαδικασία αυτή για να μην μαζεύει και νερό. Με τον τρόπο αυτό διαχώριζε το λάδι από το νερό που είχαν φύγει από το στίψιμο των τσολιών και είχαν  χυθεί μέσα στη λίμπα.  Αυτή η διαδικασία απαιτούσε εμπειρία και υπομονή, καθώς δεν υπήρχε δυνατότητα να δεί ακριβώς το σημείο που βρισκόταν η επιφάνεια του νερού, ούτε πόσο λάδι είχε απομείνει. Και φυσικά η φθορά ήταν μεγάλη, αφού δεν υπήρχε τρόπος να διαχωριστεί το λάδι από το νερό, ιδιαίτερα όταν οι δύο επιφάνειες έτειναν να ταυτιστούν. Το λάδι που μάζευε μέσα από την λίμπα το έριχνε με την βοήθεια άλλων εργατών σε ειδικά δερμάτινα δοχεία, τα «τουλούμια* ή ασκιά» ή σε  τσίγκινα δοχεία τις « λαδούσες».Αφού παρακρατούσαν οι υπεύθυνοι του ελαιοτριβείου μια ποσότητα του παραχθέντος ελαιολάδου, το «δικαίωμα» όπως το έλεγαν  και ήταν εκατοστιαία ποσότητα του παραχθέντος ελαιολάδου, σαν αμοιβή για την έκθλιψή του, η υπόλοιπη ποσότητα  φορτωνόταν από τον νοικοκύρη στα μουλάρια του, για την μεταφορά του, στα αποθηκευτικά δοχεία τα (ντεπόζιτα), στο κατώι του σπιτιού του. Τέτοια ελαιοτριβεία υπήρχαν τρία: το ένα λειτουργούσε δίπλα στο σπίτι του Τζούμα στην Κορολέκη γειτονιά, το άλλο στην τοποθεσία που είναι κτισμένο τώρα το σπίτι του Μπαρκούζου, στη συνοικία Τσαχρανέκα και το τρίτο πιο κάτω από το αλώνι του Γιαννακάκου, κοντά στο κέντρο του χωριού.

     Την δεκαετία του 1920 λειτούργησε το πρώτο πετρελαιοκίνητο ελαιοτριβείο. Τα  ελαιοτριβεία της κατηγορίας αυτής λειτουργούσαν με μηχανήματα, περιορίζοντας έτσι τις χειρωνακτικές εργασίες στη διαδικασία έκθλιψης του ελαιοκάρπου και ο φωτισμός τους γινόταν από ηλεκτρογεννήτρια. Όλα διέθεταν μια μεγάλη πετρελαιομηχανή που έμπαινε σε λειτουργία και μετέδιδε την κίνηση σε όλα τα μηχανήματα  του εργοστασίου με τεράστιους ιμάντες (λουριά). Αργότερα, μετά το 1968, όταν έγινε η ηλεκτροδότηση του χωριού, η πετρελαιομηχανή αποτέλεσε μουσειακό είδος και κάθε μηχάνημα εκινείτο με ηλεκτρικό μοτέρ, ενώ προστέθηκαν και άλλα βοηθητικά μηχανήματα (αντλίες,πλυντήρια, αναβατώρια κλπ) που υποβοηθούσαν την έκθλιψη του ελαιοκάρπου.  Η διαδικασία έκθλιψης του ελαιολάδου σε αυτά τα ελαιοτριβεία γινόταν με τον ίδιο τρόπο περίπου περίπου που περιγράψαμε παραπάνω

      Στο χωριό μας λειτούργησαν για πολλά χρόνια τα μηχανοκίνητα ελαιοτριβεία: των αδελφών Γιάννη και Βασίλη Καγκλή, δίπλα στην πλατεία του χωριού, των αδελφών Παναγιώτη Λύγδα στην κατηφόρα του κεντρικού δρόμου, απέναντι από το σημερινό σπίτι του Νίκου του Αντωνάκου, και του Βαγγέλη Διαμαντάκου (Μακρέκο), στη συμβολή του δρόμου προς τη Μακρέκη γειτονιά και προς το κέντρο του χωριού, λίγο πιο πάνω από την εκκλησία του Αη Γιώργη. Λειτούργησαν αργότερα και άλλα συμβατικά ελαιοτριβεία, όπως το «Συνεταιρικό» ελαιοτριβείο, που λειτούργησε σε συνεταιρική βάση και βρισκόταν στον ίδιο χώρο που βρίσκεται σήμερα το ελαιοτριβείο του Χρήστου Καγκλή και τέλος το ελαιοτριβείο του Χρήστου Μακρή, στα Στρατηγέκα χάνια.

                                                                                        Γ.Σ.Μασκλινιώτης

Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2021

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΚΑΤΟΙΚΩΝ - ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ

 Ο Φ.Ο.Ε. στα πλαίσια της πληθυσμιακής απογραφής της Ελλάδος είναι δίπλα στους κατοίκους και πατριώτες του Ελαιοχωρίου.

Σας ενημερώνουμε ότι το Σάββατο 20/11 και την Κυριακή 21/11 και ώρα 17:00 έως 20:00 το γραφείο του συλλόγου θα είναι ανοιχτό προς βοήθεια των κάτοικων στην απογραφή.

ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Κωδικός απογραφής

Κωδικοί Taxis net

ΑΦΜ 

ΑΜΚΑ

Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2021

 

 

                                     ΤΟ ΛΙΟMAΖΩΜΑ   ΣΤΗ       ΜΑΣΚΛΙΝΑ

 

         Το μάζεμα της ελιάς στο χωριό μας γινόταν ανέκαθεν  κατά την διάρκεια του καταχείμωνου, που ωρίμαζε ο ελαιόκαρπος. Άρχιζε με τα «χαμολόγια»  στα τέλη κάθε Νοέμβρη και τέλειωνε στις αρχές του Μάρτη, ανάλογα με την ποσότητα της παραγωγής του ελαιόκαρπου. Παλιότερα, που δεν έφθαναν στον ελαιώνα αυτοκίνητα, το μάζεμα της ελιάς ήταν δύσκολη και επίπονη εργασία. Οι κάτοικοι ξεκινούσαν για τους ελαιώνες πριν  φέξει, καβάλα στα γαϊδουρόμουλαρά τους, στα οποία είχαν φορτώσει και τα απαραίτητα εργαλεία που τους ήταν απαραίτητα για την συλλογή της ελιάς. (ράβδες, σακιά, το ταγάρι με το φαγητό της ημέρας κλπ).

Όταν έφταναν στα χωράφια, αφού τακτοποιούσαν πρώτα τα «ζωντανά» τους, δένοντάς τα στις γύρω «πατουλιές*» από πουρνάρια, άναβαν φωτιές για να ζεστάνουν το «κόκκαλό» τους, όπως ήταν «ξυλιασμένοι» από την ακινησία, αφού μετέβαιναν στα χωράφια συνήθως «καβάλα» πάνω στα μουλάρια τους. Περίμεναν στέκοντας γύρω από τη φωτιά μέχρι να φέξει καλά. Αν είχε πέσει χιόνι πάνω στις ελιόκλαρες, τίναζαν το χιόνι τραβώντας τις κλάρες για να μαζέψουν τον καρπό.

Μόλις έφεγγε, κυρίως οι εργάτες έδεναν τα σακούλια στην μέση τους, αγκάλιαζαν τις χοντρές κλάρες κοντά στον κορμό των δέντρων και σκαρφάλωναν σαν αίλουροι πάνω σε αυτά.  «άρμεγαν» τον καρπό από τις ελιόκλαρες και τον τοποθετούσαν μέσα στο σακούλι τους. Όταν αυτό γέμιζε, το έδιναν σε κάποιον που δεν είχε ανέβει πάνω στα δέντρα, συνήθως στη γυναίκα του νοικοκύρη, που το άδειαζε μέσα στα τσουβάλια. Ο νοικοκύρης σκαρφάλωνε και αυτός στα ελιόδεντρα και έκοβε με το χειροπρίονο που είχε βάλει στη ζωστήρα του, τις κλάρες που ήταν γεμάτες με καρπό και δεν τις έφταναν να τις αρμέξουν οι εργάτες. Επίσης έκοβε και χοντρές κλάρες σχεδόν από την βάση του κορμού των ελαιόδεντρων για να ανανεωθούν. Εφάρμοζε την μέθοδο του «αυστηρού» κλαδέματος, όπως του την είχαν διδάξει οι πρόγονοί του. Κατά την διάρκεια του ελιομαζώματος οι εργάτες συζητούσαν μεγαλόφωνα μεταξύ τους και ορισμένοι από αυτούς, οι πιο μερακλήδες, τραγουδούσαν διάφορα δημοτικά τραγούδια.

Το μεσημέρι η νοικοκυρά έπαιρνε το ταγάρι με το φαγητό που είχε φέρει από το σπίτι και έστρωνε τραπέζι καταγής συνήθως σε ένα ξέφωτο για να φάνε οι εργάτες το μεσημεριανό τους. Άναβε και φωτιά εκεί κοντά για να ζεσταίνονται όλοι από την παγωνιά. Το μεσημεριανό φαγητό αποτελείτο συνήθως από μαλακό ψωμί, τηγανητό μπακαλιάρο, χοιρινό σκορδαλιά (πηχτή), κρεμμύδια, ξηρή τροφή ενώ το «πεντοχίλιαρο» μπουκάλι ήταν πάντα γεμάτο κρασί. Κατέβαιναν από τα δέντρα οι εργάτες με τον νοικοκύρη, σταματώντας την εργασία, και  κάθονταν  καταγής γύρω από το «τραπέζι» που είχε στρώσει η νοικοκυρά, ενώ ο νοικοκύρης πήγαινε να ρίξει φαγητό (σανό ή άχυρο) στα γαϊδουρομούλαρά του.

Μετά το μεσημέρι κάποιοι από τους εργάτες κατέβαιναν από τα δένδρα και με τα σακούλια δεμένα στη μέση μάζευαν το «χαμολόϊ*», τις ελιές που είχε ρίξει στη γη ο αέρας ή αυτές που έπεφταν την ώρα του μαζέματος. Όσες κλάρες δεν τις έφταναν για να «αρμέξουν» τον ελαιόκαρπο, τις έκοβαν με τα πριόνια και τις έριχναν στη γη, για να τις «αρμέξουν» αργότερα ή ράβδιζαν τις κλάρες με τον ελαιόκαρπο με τις ράβδες.

Έτσι γέμιζαν σιγά - σιγά τα σακιά με τις ελιές, τα έκαναν «πλευρά*» και το βράδυ τις φόρτωναν στα γαϊδουρομούλαρα και τις μετέφεραν στα ελαιοτριβεία του χωριού. Μια ειδική ποικιλία, τις χοντρές «μανακοελιές», τις μετέφεραν στα σπίτια τους για να τις «παστώσουν». Παράλληλα φόρτωναν στα ζώα και αγκαλιές ελιόκλαρα, που τα μετέφεραν στα σπίτια τους, για το τάϊσμα των γιδοπροβάτων τους. Όλη η εργατιά (τα αφεντικά και οι εργάτες) επέστρεφαν στο χωριό με τα πόδια, περπατώντας για πάνω από μία ώρα, ανάλογα με την απόσταση, σχεδόν με το νύχτωμα. Το βράδυ που γυρνούσαν από το Σαμόνι  κατάκοποι, ήταν υποχρεωμένοι  να πεζοπορούν αγκομαχώντας στη μεγάλη ανηφοριά, τις «σκάλες» όπως τις έλεγαν, για να γυρίσουν στο χωριό.  

Με το πέρασμα των χρόνων οι κάτοικοι άρχισαν να χρησιμοποιούν αρχικά μεταχειρισμένα στρατιωτικά αλεξίπτωτα και αργότερα μεγάλα ελιόπανα, που τα έστρωναν κάτω από τα δέντρα. Αφού ανέβαιναν πάνω σε αυτά, με τις «ξιόνες*» άρμεγαν τον καρπό με ευκολία πάνω στα ελιόπανα. Ο νοικοκύρης με το χειροπρίονο έκοβε τις κλάρες που ήταν φορτωμένες με καρπό και τις έριχνε πάνω στα πανιά, για να τις «αρμέξουν» οι εργάτες. Έτσι η διαδικασία του ελιομαζώματος έγινε πιο εύκολη και περισσότερο αποδοτική.

Τελευταία μετά την κατασκευή αυτοκινητοδρόμων μέσα στους ελαιώνες, η μετάβαση των κατοίκων και των εργατών για ελαιοσυλλογή, αλλά και η μεταφορά του ελαιόκαρπου γίνεται με τα αυτοκίνητα. Τώρα δεν χρησιμοποιούνται πια οι «ράβδες», αλλά ραβδίζουν τον καρπό πάνω στα ελιόπανα με ειδικά βενζινοκίνητα ή ηλεκτροκίνητα ραβδιστικά μηχανήματα. Τα χειροπρίονα αντικαταστάθηκαν με αλυσοπρίονα βενζινοκίνητα. Έτσι βελτιώθηκαν ακόμη πιο πολύ οι συνθήκες συλλογής του ελαιοκάρπου.

Όμως σήμερα παρά τις βελτιωμένες συνθήκες  συλλογής του,  οι εσφαλμένες Κυβερνητικές πολιτικές στην διαμόρφωση της τιμής του ελαιόλαδου και των βρώσιμων ελιών, η  έλλειψη εργατικών χεριών που επέφερε η αστυφιλία και η εξωτερική μετανάστευση τέλος δε η μεταβολή  των καιρικών συνθηκών (ανομβρία, παρατεταμένοι καύσωνες τους καλοκαιρινούς μήνες κλπ) οδηγούν  στην εγκατάλειψη μεγάλων εκτάσεων με ελαιόδεντρα στην ευρύτερη περιοχή του χωριού μας με την μετατροπή τους σε δασικές εκτάσεις.

                                                                                                 Γ.Σ.Μασκλινιώτης

 

Πέμπτη 11 Νοεμβρίου 2021

Ανακοίνωση - Ενημέρωση

 Ο Φιλοπροοδος Όμιλος Ελαιοχωριου στα πλαίσια της πληθυσμιακης  απογραφής που ήδη ξεκίνησε ενημερώνει τα μέλη, φίλους και πατριώτες όπου κι αν βρίσκονται ότι έχουν την δυνατότητα να απογραφουν στον τόπο που επιθυμούν.

Ο Φ. Ο. Ε. στην προσπάθεια του να απογραφουν όσο το δυνατόν περισσότεροι στο χωριό μας, ανέλαβε την πρωτοβουλία να επικοινωνήσει με τους πατριώτες όπου και αν κατοικούν, να τους ενημερώσει και να τους βοηθήσει στην απογραφικη διαδικασία η οποία θα είναι διαφορετική και πιο πολύπλοκη από προηγούμενες.

Αυτή η απογραφή θα είναι ιδιαίτερα σημαντική καθότι από τον αριθμό των απογραφεντων θα κριθούν στο μέλλον σημαντικές αποφάσεις (χρηματοδότησης, προγράμματα, κοινοτικά συμβούλια κλπ) για την προοπτική του χωριού μας.

Παρακαλούμε να επικοινωνείτε μαζί μας να σας ενημερώσουμε και να σας βοηθήσουμε στην διαδικασία απογραφής προκειμένου να απογραφουν όσο γίνεται περισσότεροι για το κοινό καλό του χωριού μας.

Εποινωνια με τα μέλη του Φ. Ο. Ε.

Λύγδας Νικόλαος 6979448214

Σκλημπόσιος Δημήτρης 6976198871

Γρηγοροπουλος Ανδρέας 6972855413 

Κωτσιορίμπας Στέλιος 6907209333

Σιαμπος Αναστάσιος 6974720244


Τρίτη 9 Νοεμβρίου 2021

 

Στις 3 του Νοέμβρη γιόρτασε η εκκλησία μας την ανακομιδή των ιερών λειψάνων του Αγίου  Γεωργίου, πολιούχου και προστάτη της Μάσκλινας. Την παραμονή της εορτής στον ομώνυμο ιερό ναό του χωριού μας  τελέστηκε, παρουσία πλήθους πιστών της ενορίας μας, Μέγας πανηγυρικός  εσπερινός. Την ακολουθία του εσπερινού ετέλεσαν ιερείς της εκκλησιαστικής περιφερείας μας, προεξάρχοντος του Αρχιμανδρίτου της Ιεράς Μητροπόλεως Μαντινείας  και Κυνουρίας π. Ιουστίνου, ο οποίος κήρυξε και τον Θείο Λόγο. Ανήμερα της εορτής τελέστηκε πανηγυρική Θεία Λειτουργία από τον ιερέα του χωριού μας π. Κώστα Παπαθεοδώρου.

     «Χρόνια πολλά» σε όλους τους ντόπιους και στην αλλοδαπή ευρισκόμενους  συγχωριανούς μας. Ο  Άγιος Γεώργιος να τους σκεπάζει και να τους προστατεύει.  

Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2021

 

 

              Η ΣΠΟΡΑ ΤΩΝ ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΩΝ-  ΤΟ ΚΟΥΤΡΟΥΦΙΑΣΜΑ ΤΟΥ ΧΩΡΑΦΙΟΥ

 

      Στα τέλη του Οκτώβρη, μετά τις πρώτες βροχές και αφού είχαν μαλακώσει τα χώματα, ο νοικοκύρης του κάθε σπιτιού άρχιζε τη σπορά των δημητριακών. Παλαιότερα το όργωμα γινόταν με τα βόδια και αργότερα, μέχρι και τελευταία, με ζευγάρια ζώων, συνήθως μουλαριών, με σιδερένια αλέτρια -(ησιόδεια άροτρα).Το πρωί, πριν το ξημέρωμα, κουβαλούσε ο κάθε νοικοκύρης  τα σύνεργα για το όργωμα φορτωμένα στα ζώα του και όταν έφτανε στο χωράφι  «έζευε», δηλαδή ετοίμαζε το «ζευγάρι» των ζωντανών του  για να οργώσει και να σπείρει το χωράφι. Ενώ αυτός ετοιμαζόταν, η κυρά του γέμιζε την ποδιά της με το σπόρο και τον σκόρπιζε σε όλη την επιφάνεια του χωραφιού με τη χούφτα του χεριού της. Το σκόρπισμα του σπόρου απαιτούσε ιδιαίτερη τεχνική και εμπειρία.

Όταν το ζευγάρι των ζώων  ήταν πιά έτοιμο,  άρχιζε το όργωμα (καμάτεμα*) του χωραφιού. Ο νοικοκύρης - ζευγάς κρατώντας την «αλετροχειρίδα» του αλετριού, οδηγούσε με τα «καπιστρόσκοινα» το ζευγάρι των ζώων και με το αλέτρι, έκανε παράλληλες και κοντινές αυλακιές, οργώνοντας έτσι το σπαρμένο χωράφι. Πότε - πότε χτυπούσε με την βουκέντρα τα μουλάρια για να προχωρούν σε ρυθμούς που ήθελε αυτός να επιβάλει. Όπου το έδαφος ήταν κατηφορικό, έχτιζε  από το καλοκαίρι με ξερολιθιές τοίχους, (τα όχτια) όπως τα λέγανε, για να συγκρατείται το χώμα και να μην παρασύρεται από τις βροχές. Έτσι σχημάτιζε μικρές καλλιεργήσιμες επιφάνειες σε κλιμακωτούς αναβαθμούς. Αυτές τις μικρές καλλιεργήσιμες εδαφικές επιφάνειες τις ονόμαζαν «πεζούλες».

    Για να σκεπαστεί στο χώμα ο σπαρμένος σπόρος, γινόταν στο τέλος το σβάρνισμα του οργωμένου χωραφιού με την «σβάρνα», που έδενε ο νοικοκύρης πίσω από τα ζώα, αφαιρώντας πρώτα το αλέτρι. Αρχικά η «σβάρνα» ήταν φτιαγμένη από ξύλινες βέργες πλεγμένες κατάλληλα και τελευταία ήταν σιδερένια. Στις άκρες του χωραφιού, εκεί που δεν ήταν δυνατό το όργωμά του με το αλέτρι, ή κάτω από τις ρίζες των ελιών που δεν μπορούσε να περάσει το ζευγάρι για να το οργώσει, σκάλιζαν το έδαφος εκείνο με τα ξινάρια, για να σκεπαστεί με χώμα ο σπόρος και στα σημεία αυτά. Η καλλιέργεια των δημητριακών γινόταν και σε χωράφια με αδύνατο έδαφος. Γι’ αυτό, σε περίπτωση ξηρασίας, οι γεωργοί πολλές φορές δεν έπαιρναν ούτε το σπόρο που είχαν σπείρει.

Γενικά τα σπαρμένα χωράφια δεν είχαν συνήθως περιφράξεις, ούτε τοίχους από ξερολιθιά στα σύνορά τους με τα γειτονικά, ώστε να εμποδίζεται η είσοδος ανθρώπων ή ζώων μέσα σε αυτά. Στα χωράφια κυρίως που βρίσκονταν μέσα ή πλησίον στον οικοδομικό ιστό του χωριού, και είχαν τα κατοικίδια ζώα άμεση πρόσβαση σε αυτά, αλλά και εκτός αυτού, εκεί που είχαν πρόσβαση τα κοπάδια, οι ιδιοκτήτες των χωραφιών, που ήθελαν να απαγορεύσουν την είσοδό τους σε αυτά, τα «κουτρούφιαζαν». Μάζευαν δηλαδή λίγες πέτρες, πλάκες συνήθως, και τις τοποθετούσαν την μια πάνω στην άλλη, ώσπου το χτίσιμό τους να φτάνει πάνω από μισό μέτρο ύψος. Έπειτα άσπριζαν με ασβέστη τις πέτρες αυτές, ώστε να φαίνεται χαρακτηριστικά ο λιθοσωρός από μακριά. Αυτούς τους λιθοσωρούς τους τοποθετούσαν στα όρια του σπαρμένου χωραφιού, ενώ έφτιαχναν και άλλους διάσπαρτους μέσα σε αυτό. Αυτοί οι λιθοσωροί αποτελούσαν σημάδια που απαγόρευαν την είσοδο σε αυτά τα χωράφια ανθρώπων και ζώων, για να μην προκαλούνται ζημιές στα σπαρτά. Την ίδια μέθοδο ακολουθούσαν για τα χωράφια που είχαν φυτέψει μυγδαλιές ή άλλα οπωροφόρα δέντρα. Σε περίπτωση που προκαλείτο ζημιά στα «κουτρουφιασμένα» χωράφια, παρενέβαινε ο αγροφύλακας του χωριού, έπειτα από καταγγελία του ιδιοκτήτη, και το πρόστιμο που επιβαλλόταν από το δικαστήριο στον ιδιοκτήτη των ζώων που προκάλεσαν την ζημιά ήταν τσουχτερό.

                                                                                           Γ.Σ.Μασκλινιώτης

 

 

 

                  O ΦΕΤΙΝΟΣ ΓΙΟΡΤΑΣΜΟΣ  ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΠΕΤΕΙΟΥ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ

 

Στις Εθνικές μας γιορτές πιο παλιά, μετά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας και της δοξολογίας στον Αη-Γιώργη, οι κάτοικοι του χωριού, συνοδεύοντας τη σημαία, που κρατούσαν τα μαθητούδια του Δημοτικού σχολείου, ντυμένα με εθνικές φορεσιές, μετέβαιναν στο χώρο του μνημείου των πεσόντων του χωριού μας, για να αποτίσουν φόρο τιμής στους ήρωες συμπατριώτες τους και να τους δαφνοστεφανώσουν. Μετά την επιμνημόσυνη δέηση, που έψαλλε ο παπάς, τα παιδιά του σχολείου καθοδηγούμενα από τους δασκάλους τους, απήγγελαν ποιήματα και έψαλλαν πατριωτικά τραγούδια και τον Εθνικό μας ύμνο. Έτσι τιμούσαν τότε τους ήρωες - πατριώτες.

Σήμερα όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Το σχολείο έκλεισε, έπαψαν πια να ακούγονται οι χαρούμενες φωνές των μαθητών του και οι απαγγελίες ποιημάτων από τις αγγελικές φωνούλες τους. Όμως στις Εθνικές μας γιορτές εξακολουθούν ακόμη και τώρα, να ανεβαίνουν στο «Ηρώο» οι λιγοστοί πια κάτοικοι του χωριού, να παρακολουθήσουν την επιμνημόσυνη δέηση και να ψάλουν τον Εθνικό μας Ύμνο  τιμώντας έτσι τη μνήμη των ηρώων προγόνων τους. Οι εκδηλώσεις τις ημέρες αυτές οργανώνονται ύστερα από τις αξιέπαινες καθοδηγητικές προσπάθειες των συνταξιούχων πια δασκάλων και κατοίκων του χωριού Γιάννη Μέγγου και Τάσου Κωνσταντούρου. Γίνεται επιμνημόσυνη δέηση, κατάθεση στεφανιών στο μνημείο, και απαγγέλλονται ποιήματα από μικρούς και μεγάλους συγχωριανούς μας.

Μάλιστα την παραμονή της Εθνικής επετείου της φετινής χρονιάς, οι νεαροί μας φίλοι Μασκλινιώτες  πρωτοτύπησαν. Συγκεντρώθηκαν και απασχολήθηκαν δημιουργικά, φτιάχνοντας ζωγραφιές και κατασκευές με θέμα την επικείμενη επέτειο του «ΟΧΙ». Στη συνέχεια, δημιούργησαν γαλανόλευκες ελληνικές σημαίες, που τις τοποθέτησαν πάνω σε μια ελιά και συμφώνησαν από κοινού να την ονομάσουν «δέντρο της ελευθερίας».

Οι Μασκλινιώτες, που ανέκαθεν αγαπούσαν την Πατρίδα μας, έτρεξαν στο κάλεσμά της και στις 28 του Οκτώβρη του 1940, για να υπερασπιστούν την ακεραιότητα και την τιμή της. Ογδόντα πέντε συμπατριώτες μας σκαρφάλωσαν πάνω στα βουνά της Αλβανίας για να προτάξουν τα στήθη τους  στον εχθρό κατά την εποποιϊα του 1940.  Πολλοί άφησαν κομμάτια από το κορμί τους και την ψυχή τους  εκεί πάνω. Αφού πάλεψαν λιονταρίσια με τον εχθρό δίνοντας άνισες μάχες, γλύτωσαν τη ζωή τους από θαύμα και γύρισαν οι περισσότεροι στο αγαπημένο τους χωριό καταπονημένοι μα δαφνοστεφανωμένοι. Τις ηρωικές ιστορίες δύο συμπατριωτών μας, των Γρηγόρη Εμμανουήλ Αντωνάκου  και Νικόλαου Χρήστου Μακρή έχουμε ήδη δημοσιεύσει σε προηγούμενα σημειώματά μας.

«Χρόνια Πολλά» σε όλους τους Μασκλινιώτες και η μνήμη των θανόντων υπέρ Πατρίδος συμπατριωτών μας  να είναι ΑΙΩΝΙΑ.                                

                                                                                          Γ.Σ. Μασκλινιώτης

 

             ΤΟ ΞΑΝΑΖΩΝΤΑΝΕΜΑ   ΑΝΑΜΝΗΣΕΩΝ    ΜΙΑΣ   ΜΑΣΚΛΙΝΙΩΤΙΣΑΣ       Η αείμνηστη αδελφή του πατέρα μου Μαρία,   ξενητεύτηκε και έζη...