Πέμπτη 16 Ιουνίου 2022

 

                                         ΟΙ ΔΙΠΛΟΚΑΤΟΙΚΟΙ ΜΑΣΚΛΙΝΙΩΤΕΣ

    

 Όπως έχουμε αναφέρει σε προηγούμενο σημείωμά μας, το χωριό μας είναι δευτερογενής οικισμός του Καστριού. Οι περισσότεροι από τους κατοίκους του, παλιότερα είχαν μόνιμη διαμονή το Καστρί και έρχονταν στη Μάσκλινα , πολύ πριν το 1834 περιστασιακά και μόνο για το μάζεμα της ελιάς, όπου διέμεναν σε πρόχειρες εγκαταστάσεις. Τα «καλύβια Καστρίου» υπήρχαν ήδη κατά την οριοθέτηση και τον καθορισμό των δήμων Αργολιδοκορινθίας το έτος 1834. Με το πέρασμα όμως του χρόνου οι Καστρίτες άρχισαν να παρατείνουν την παραμονή τους στα χειμαδιά, που ο χειμώνας ήταν ήπιος, δημιουργώντας στην περιοχή μόνιμες κατοικίες ,και ανέβαιναν στο Καστρί την άνοιξη.

Μετά τη γιορτή του Πάσχα, συνήθως στα μέσα του Απρίλη, εγκατέλειπαν τη Μάσκλινα ομαδικά. Φόρτωναν στα μουλάρια τους, ολόκληρη την οικοσκευή τους και με τα μωρά καλικούσια, συνοδεύοντας όλα τα οικόσιτα ζώα τους (γίδες, πρόβατα, κοτόπουλα κλπ), ανηφόριζαν οικογενειακώς στις ανηφοριές του Αρμακά και της Λαγκάδας. Περνούσαν από το Δραγούνι και το Μεσοράχι, για να φθάσουν, μετά από πέντε ώρες συνολικά ποδαρόδρομο, στο Καστρί, τον τόπο που είχαν αφήσει από τον Οκτώβρη της προηγούμενης χρονιάς.

Εκεί ήταν το κέντρο αναφοράς τους, αφού το Καστρί (Άγιος Νικόλαος) εκείνη την εποχή συγκέντρωνε διοικητικές υπηρεσίες, (Ληξιαρχείο, Ειρηνοδικείο, Δημόσιο Ταμείο κλπ) και αποτελούσε το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο της περιοχής. Ασχολούντο όλη την άνοιξη και το καλοκαίρι και εκεί με γεωργικές κατεξοχή εργασίες, όπως με τον θερισμό και αλωνισμό των δημητριακών που είχαν σπείρει το φθινόπωρο του προηγούμενου χρόνου, πριν κατέβουν στην Μάσκλινα, με το μάζεμα των κερασιών και των καρυδιών, με την καλλιέργεια της πατάτας και άλλων κηπευτικών στις πεζούλες των περιβολιών τους και το φθινόπωρο με το μάζεμα του κάστανου. Μάλιστα στο Καστρί την περίοδο του μεσοπολέμου οι κάτοικοι ασχολούντο με την συστηματική καλλιέργεια πατάτας, που είχε γίνει περιζήτητη, αφού την χρησιμοποιούσαν ως φυτώριο στην ευρύτερη περιοχή και το Καστρί για δεκαετίες ολόκληρες είχε χαρακτηριστεί σαν «σποροπαραγωγικό κέντρο» πατάτας.

Μόλις ερχόταν τα μέσα του Νοέμβρη, με τα πρώτα κρύα, φόρτωναν την οικοσκευή τους στα μουλάρια και με όλα τα οικόσιτα ζώα τους ακολουθούσαν την αντίστροφη πορεία και πάλι προς τη Μάσκλινα. Τελευταία όμως ελάχιστες οικογένειες από το χωριό εξακολουθούν να είναι διπλοκάτοικοι. Αλλά και αυτοί πιά ανεβοκατεβαίνουν στο Καστρί οδικώς με τα δικά τους αυτοκίνητα μέσω Τεγέας και Δραγουνιού. Έτσι η ημιονική αρτηρία Αρμακά - Αγίας Σοφίας - Λαγκάδας – Δραγουνιού, που επί δεκαετίες ολόκληρες έσφυζε από ζωή, εγκαταλείφθηκε οριστικά και αποτελεί για τους παλαιότερους μια γλυκόπικρη ανάμνηση.

Η συντριπτική πλειοψηφία των Μασκλινιωτών εγκατέλειψαν πια για πάντα το «μητρικό» τους χωριό και έγιναν μόνιμοι κάτοικοι της Μάσκλινας. Τα σπίτια που είχαν στο Καστρί τα εγκατέλειψαν στη τύχη τους, οπότε είτε γκρεμίστηκαν σε σωρούς ερειπίων, είτε κατάφεραν, σε παλαιότερες εποχές, να τα πωλήσουν σε άλλους Καστρίτες που μένουν μόνιμα εκεί. Τα χωράφια όμως που είχαν στην ιδιοκτησία τους,  κατά το πλείστον, ρημάζουν ανεκμετάλλευτα και γέμισαν βάτα, κόνιζες, φτέρες και διάφορα άλλα άγρια δέντρα.

Δεν ήταν μόνο οι Καστρίτες που το χειμώνα κατέβαιναν στα χειμαδιά, αλλά και οι κάτοικοι άλλων χωριών της ορεινής Κυνουρίας. Τέτοια χωριά ήταν: ο ΑηΓιάννης, που οι κάτοικοί του κατέβαιναν στο Μεσόγειο Άστρος (Αγιαννίτικα καλύβια), η ορεινή Μελιγού, που οι κάτοικοι κατέβαιναν στην χειμερινή Μελιγού (Μελιγγίτικα καλύβια). Τα πάνω Κούτρουφα, που οι κάτοικοι κατέβαιναν στα κάτω Κούτρουφα, το ορεινό Κορακοβούνι ,που οι κάτοικοι κατέβαιναν στο χειμερινό Κορακοβούνι κλπ.

Ακόμη και σήμερα δεκάδες οικογένειες του γειτονικού μας χωριού Δολιανά, είναι διπλοκάτοικοι. Το ορεινό χωριό των Δολιανιτών το χειμώνα είναι σχεδόν έρημο από ανθρώπους. Κάθε φθινόπωρο, στα τέλη του Οκτώβρη, παλιότερα, που δεν υπήρχαν οδικές συγκοινωνίες, ξεκινούσαν ομαδικά με τα ζώα τους, τις οικοσκευές τους και με τα εξαπτέρυγα και την εικόνα του προστάτη και πολιούχου τους ΑηΓιώργη φορτωμένη στις πλάτες των νεωτέρων και στην κορυφή της φάλαγγας, κατέβαιναν από μουλαρόδρομους μέσα από  την περιοχή «Κορύτες» στα χειμαδιά, στο χωριό τους, τα Κάτω Δολιανά. Και την άνοιξη, πάλι με την εικόνα του ΑηΓιώργη για οδηγό τους, ακολουθούσαν την αντίστροφη πορεία για τα ορεινά ,τα επάνω Δολιανά. Και τώρα, που η μετακίνησή τους γίνεται συνήθως με αυτοκίνητα από το ένα χωριό τους στο άλλο, τηρούν ευλαβικά το έθιμο αυτό, πεζοπορώντας μέσα από τους δρόμους που όργωναν οι πρόγονοί τους, με μπροστάρηδες της φάλαγγας τα εξαπτέρυγα και την εικόνα του προστάτη τους ΑηΓιώργη.

Μετά την «διάσπαση» του Δήμου Τανίας, με την αυτοτέλεια των πρωτογενών και δευτερογενών οικισμών του, σε «αναγνωρισμένες» ξεχωριστές κοινότητες, υφίστανται  οι δεσμοί και η ενότητα μεταξύ των οικισμών αυτών και των κατοίκων τους ακόμη και μέχρι τις ημέρες μας. Παρά την πολυμορφία του γεωφυσικού χώρου της ευρύτερης περιοχής, με τις μεγάλες διαφορές και τις έντονες αντιθέσεις - εδαφολογικές, υδρολογικές, κλιματολογικές, υπήρχε και διατηρείται ακόμη, μια αρραγής ανθρωπογεωγραφική ενότητα που σημαίνει ενότητα γεωγραφική, ιστορική, οικονομική και κοινωνική. Γενικά ενότητα πολιτισμική, με δυνατούς συνεκτικούς ιστούς και δεσμούς που συγκροτούσαν ένα οργανικό σώμα και συγκρατούσαν και συντηρούσαν την ύπαρξή του.

Ισχυρός ενωτικός δεσμός είναι η γενετική σχέση των δευτερογενών με τους πρωτογενείς οικισμούς. Αποτελούσε τον «ομφάλιο λώρο» που ένωνε και έδενε τον δευτερογενή οικισμό με το «μητρικό» του χωριό, τον πρωτογενή οικισμό. Οι κάτοικοι των δευτερογενών οικισμών, όπως ήταν το χωριό μας, είχαν επίγνωση της γενετικής σχέσης. Είχαν έντονη την αίσθηση ότι ήταν γνήσια τέκνα της ίδιας οικογένειας. Άλλωστε σε πολλές περιπτώσεις έχουν ακόμη και σήμερα συγγενικούς δεσμούς με τους κατοίκους των πρωτογενών οικισμών. Επί πλέον κάτοικοι των δευτερογενών οικισμών διατηρούσαν ή διατηρούν σπίτια και κτήματα που είχαν ή έχουν στην περιοχή των πρωτογενών οικισμών.

Και αντίστροφα: Κάτοικοι πρωτογενών οικισμών, οικιστές ή απόγονοι οικιστών δευτερογενών οικισμών, διατηρούσαν ή διατηρούν ακόμη και σήμερα κτήματα ή κατοικίες  για εποχική διαβίωση στους χειμερινούς οικισμούς. Συνεπώς οι δευτερογενείς οικισμοί του δήμου Τανίας  εξακολούθησαν να αποτελούν  επέκταση - και όχι μόνον εδαφική – των πρωτογενών οικισμών του.

Έτσι με την δημιουργία και την ανάπτυξη των δευτερογενών οικισμών στην περιοχή αυτή, δεν διασπάστηκε καθόλου η δημογραφική και ανθρωπολογική ενότητα της περιοχής του δήμου Τανίας και στο μέγιστο μέρος της και η οικιστική. Απλά με την δημιουργία δευτερογενών οικισμών έγινε επέκτασή της.

                                                                     Γ.Σκλημπόσιος - Μασκλινιώτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΤΡΑΙΝΟΥ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ   Από τις αρχές της δεκαετίας του 1890, μεγάλη ώθηση στην οικιστική, οικονομ...