Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2022

 

 ΜΑΣΚΛΙΝΙΩΤΕΣ ΠΟΥ ΑΦΗΣΑΝ ΤΑ ΚΟΡΜΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΟΥΣ  ΕΠΑΝΩ  ΣΤΑ ΑΛΒΑΝΙΚΑ ΒΟΥΝΑ  ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΟΠΟΙΙΑ ΤΟΥ 1940

 

 Ογδόντα πέντε Μασκλινιώτες σκαρφάλωσαν  στα Αλβανικά βουνά, για να προτάξουν τα στήθη τους στον εχθρό, κατά την εποποιϊα του 1940. Ορισμένοι από αυτούς άφησαν τα κορμιά τους και την ψυχή τους εκεί επάνω, γράφοντας χρυσές δοξασμένες σελίδες στην ιστορία μας. Οι  περισσότεροι γύρισαν  στο χωριό,  όταν τέλειωσε ο πόλεμος, σακατεμένοι σωματικά από τις κακουχίες και τα βάσανα του πολέμου, μα δαφνοστεφανωμένοι και με το κεφάλι ψηλά.

 Ένας από αυτούς, ήταν ο  τότε λοχίας, Γρηγόρης Εμμανουήλ Αντωνάκος. Τον Νοέμβρη του 1940 πολέμησε στην πρώτη γραμμή με τον λόχο του στο Μόραβα και στο Γράμμο. Με το οπλοπολυβόλο στα χέρια και κάτω από καταιγισμό εχθρικών πυρών, έριξε τρεις ταινίες σφαίρες εναντίον των Ιταλών. Βοηθούμενος και από  άλλους τρεις στρατιώτες, ανάγκασε δύο (2) Ιταλικά πολυβολεία να σηκώσουν λευκή σημαία. Κατόρθωσε με δύο στρατιώτες του να συλλάβει  σαράντα επτά (47) Ιταλούς, που αμύνονταν στα πολυβολεία, μεταξύ των οποίων και τρείς (3) αξιωματικούς. Έπειτα πήρε εντολή να πάει με το λόχο του στο Γράμμο, όπου πολεμούσε το 27ο Σύνταγμα. Με την ενίσχυση του Συντάγματος από τους άνδρες του λόχου του, οι Ιταλοί τράπηκαν σε φυγή, εγκαταλείποντας σκηνές, όπλα και κανόνια, που περιήλθαν σε Ελληνικά χέρια. Επίσης τα ξημερώματα της 19 Νοέμβρη του 1941 έγινε σφοδρή επίθεση των Ιταλών που ανάγκασε τους άνδρες του να οπισθοχωρήσουν έρποντας. Από αυτούς   οι μισοί σχεδόν τραυματίστηκαν. Μεταξύ αυτών τραυματίστηκε σοβαρά και ο Γρηγόρης στο πόδι του. Τους παρέλαβαν όλους οι τραυματιοφορείς και επιμελήθηκαν τα τραύματά τους. Συνέχισαν όμως να συμμετέχουν  αν και τραυματίες στις συγκρούσεις με τους Ιταλούς. Σε μια άλλη μεγάλη μάχη που έγινε στην περιοχή «Κομμένος Βράχος» κοντά στη λίμνη Μαλίκ, οι Ιταλοί έπαθαν πανωλεθρία από την ορμή των Ελλήνων και άφησαν τριακόσιους περίπου νεκρούς. Ο Γρηγόρης Αντωνάκος, επειδή το τραύμα του άνοιξε στη μάχη και ήταν σοβαρό, τον έκαναν σιτιστή του λόχου. Όμως  συνέχισε να πολεμάει στην πρώτη γραμμή, αλλά σήκωσε υψηλό πυρετό. Έτσι κατέληξε στο νοσοκομείο αναίσθητος, αλλά τελικά γλύτωσε το πόδι του. Για την προσφορά του  αυτή τιμήθηκε από την Πατρίδα με τον «πολεμικό σταυρό Γ΄ τάξεως» που τον απένειμε ο τότε διάδοχος του θρόνου και μετέπειτα βασιλιάς Παύλος.

Ένας άλλος,  ο Νικόλας Χρήστου Μακρής πολεμώντας τραυματίστηκε και αυτός  βαριά αλλά τελικά επέζησε. Την προσωπική του περιπέτεια μας περιέγραψε σε μια συγκέντρωση στο Δημοτικό Σχολείο, που οργάνωσε τελευταία ο τοπικός Σύλλογος για να τιμήσει τους ήρωες πατριώτες μας. Μας διηγήθηκε πως παλεύοντας εκεί πάνω στις χιονισμένες βουνοκορφές, κάποια μαύρη μέρα της άνοιξης του 1941, μια οβίδα τον χτύπησε στα πλευρά και τούκανε ζημιά στον πνεύμονα. Τον μάζεψαν οι συμπολεμιστές του και τον μετέφεραν φορτωμένοι στο πιο κοντινό ορεινό χειρουργείο. Όμως λόγω της σοβαρότητας της κατάστασής του μεταφέρθηκε τελικά σε νοσοκομείο της Αθήνας. Εν τω μεταξύ το μέτωπο είχε καταρρεύσει, όλα τα νοσοκομεία ήταν γεμάτα από τραυματίες του πολέμου, ενώ τα μέσα νοσηλείας ήσαν ανεπαρκή. Η κατάσταση της υγείας του με το πέρασμα του χρόνου χειροτέρευε. Το τραύμα που του προκάλεσε η οβίδα δεν έκλεινε και ο Νικόλας τελικά έπεσε σε κώμα. Οι γιατροί τον είχαν πιά «ξεγράψει». Κάποιος Μασκλινιώτης που τον αντίκρισε από σύμπτωση στο νοσοκομείο ξαπλωμένον στο κρεβάτι του πόνου, τον αναγνώρισε με δυσκολία, αλλά βλέποντας την κατάστασή του, αφού ήταν σχεδόν αγνώριστος, αποφάσισε να μην αναφέρει τίποτα στους δικούς του στο χωριό, ώστε να τον θεωρήσουν «αγνοούμενο». Πέρασαν δύο μήνες σε αυτή την κατάσταση οπότε μια ημέρα που η νοσοκόμα έφερνε φαγητό στους άλλους αρρώστους του θαλάμου, μισοξυπνάει ο Νικόλας και της λέει: «Εμένα δεν θα μου φέρεις φαγητό;». Η νοσοκόμα σάστισε προς στιγμή, αφού είχε καιρό να του φέρει φαγητό, αλλά συνήλθε και κρατώντας την ψυχραιμία της τον ρώτησε: «πεινάς;». Όταν της απάντησε πως νοιώθει έντονο το αίσθημα της πείνας η νοσοκόμα έτρεξε να του φέρει φαγητό. Από εκείνη την ημέρα άρχισε σιγά - σιγά να ζωντανεύει. Με το πέρασμα του χρόνου η πληγή άρχισε να κλείνει αλλά ο Νικόλας ήταν πολύ αδύναμος. Πριν βγει το καλοκαίρι το νοσοκομείο, αφού δεν μπορούσε πια να του προσφέρει τίποτα άλλο, του έδωσε εξιτήριο και ειδοποιήθηκαν οι δικοί του να τον περιμένουν στο χωριό, που θα ερχόταν με το τραίνο. Πήγε στο σταθμό ο πατέρας του, ο μπάρμπα Χρήστος Μακρής, με το γαϊδουράκι του να τον παραλάβει.

 

Σαν έφτασε το τραίνο στο χωριό από την Αθήνα κατέβηκαν καμμιά δεκαριά επιβάτες αλλά ο πατέρας του Νικόλα, μη αναγνωρίζοντας το γιό του, άρχισε να τους ρωτάει μήπως τον είδαν στο τραίνο. Πού να φανταστεί πως μεταξύ αυτών ήταν και αυτός, όμως σχεδόν αγνώριστος από την αδυναμία. Μόλις ο φαντάρος αναγνώρισε τον πατέρα του, που τον έψαχνε με βουρκωμένα μάτια μέσα στο πλήθος, έπεσε στην αγκαλιά του. Αυτός, αφού τον σφιχταγκάλιασε για λίγο, τον έβαλε να καβαλήσει στο γαϊδουράκι και γεμάτοι χαρά γύρισαν και οι δύο στο σπίτι τους στην άλλη άκρη του χωριού, δίπλα στο βαγιόρεμα. Τώρα πια ο Νικόλας αναπαύεται στο κοιμητήριο του χωριού μας μαζί με τον πατέρα του. Ας είναι ελαφρό το χώμα που τους σκεπάζει.

Υπάρχουν και ένα σωρό άλλες ιστορίες δόξας και μεγαλείου συγχωριανών μας, που θα χρειαστεί να χυθεί πολύ μελάνι για να καταχωρηθούν σε τούτο το κείμενο. Όμως θα μένουν και αυτές βαθιά χαραγμένες στη μνήμη μας, για να μας κάνουν περήφανους  και να μας διδάσκουν πως πρέπει να παλεύουμε και εμείς,  για την διατήρηση κάθε σπιθαμής γης της πατρίδας μας.

 

                                                                        Γ.Σκλημπόσιος - Μασκλινιώτης

 

                            

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

    ΤΑ ΧΑΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ   Τα χάνια δεν είναι δημιούργημα των νεωτέρων χρόνων αλλά ανάγονται στους αρχαίους χρόνους...