Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2022

 

                              Η ΠΕΡΙΟΧΗ  ΤΗΣ ΚΟΥΜΠΙΛΑΣ

    Κατηφορίζοντας από το εξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής ή από τον οικισμό «Λιατσέκα» σπίτια ή Πίσω Μεσοραχίτικα προς το Πλατάνι, οι μουλαρόδρομοι οδηγούν στην περιοχή της Κουμπίλας. Εκεί κοντά, λίγο βορειότερα από τη Μαύρη Τρύπα υπάρχει και ένας θεόρατος βράχος που έχει την επωνυμία του «Κούμπα το κοτρώνι».Και τα δύο αυτά τοπωνύμια τα βρίσκουμε και στο Νεπάλ της Ασίας. Εκεί υπάρχει η τοποθεσία Khoumpila που μεταφράζεται ως «Θεός του Khumbou» και είναι μια από τις κορυφές των Ιμαλαϊων στο ανατολικό Νεπάλ εντός του Εθνικού πάρκου «Sagamatha» Η κορυφή Khoumbila του Νεπάλ δεν πατήθηκε ποτέ από τους ορειβάτες. Μια προσπάθεια που έγινε το 1980 τέλειωσε άδοξα αφού οι ορειβάτες καταπλακώθηκαν από χιονοστιβάδα.Το μεγάλο ερώτημα είναι αν είναι απλή σύμπτωση να βρεθούν δύο ομώνυμα τοπωνύμια σε δύο περιοχές τόσο απομακρυσμένες γεωγραφικά μεταξύ τους. Άποψή μας είναι ότι είναι πολύ πιθανόν να έχουν κάποια σχέση, αφού η ελληνική και η νεπαλική γλώσσα έχουν κοινό πρόγονο την Ινδοευρωπαϊκή οικογένεια γλωσσών. Πάντως για να έφτασαν τα πανάρχαια χρόνια κάτοικοι της Κυνουρίας στο Νεπάλ φαντάζει εντελώς απίθανο. Πάντως το τοπωνύμιο της Κουμπίλας στη Σλαβική διάλεκτο, που ανήκει και αυτή στην Ινδοευρωπαϊκές διαλέκτους, σημαίνει φοράδα* και υπήρχε πριν δημιουργηθεί ο οικισμός.

   Έτσι η περιοχή πήρε το όνομα της τοποθεσίας στην οποία δημιουργήθηκε. Εμφανίζεται για πρώτη φορά στις επίσημες απογραφές του πληθυσμού, στην απογραφή του 1907 με 13 κατοίκους. Νωρίτερα αναγράφεται στον πίνακα του Νουχάκη, που στηρίζεται στην απογραφή του 1889,με την σημείωση «θέσις κατοικούμενη εν χειμώνι».Είναι και αυτός Καστρίτικος οικισμός που συγκροτούν αγροικίες, διάσπαρτες μέσα στον ελαιώνα, χωρίς οικιστική συνοχή. Σύμφωνα με την παράδοση αφετηρία για την δημιουργία αυτού του οικισμού ήσαν τα δημόσια κτήματα στην περιοχή εκείνη, που παραχώρησε το Κράτος στον Γρηγόρη Ηλιόπουλο από το Μεσοράχι και στην οικογένεια Καλλούτση από το Καστρί, για τις υπηρεσίες που προσέφεραν στον αγώνα του 1821. Οι οικογένειες αυτές έκτισαν μέσα στα κτήματά τους πρόχειρα κτίσματα, όχι για μόνιμη κατοικία, αλλά για την διαμονή τους εκεί κατά την περίοδο της συλλογής του ελαιοκάρπου και της καλλιέργειας του ελαιώνα.

    Ο περαιτέρω εποικισμός της Κουμπίλας έγινε από κατοίκους του Καστριτοχωριού Ρούβαλη και ενισχύθηκε αργότερα με εποίκους από το Καστριτοχώρι Μεσοράχι, αλλά δεν αναπτύχθηκε ποτέ σε αξιόλογο οικισμό. Στα παλαιότερα χρόνια στην Κουμπίλα διέμενε μόνιμα μόνο μία οικογένεια, του Κούρου. Από εκεί έχει την προέλευσή της η γνωστή παροιμιακή έκφραση «σαν τον Κούρο στην Κουμπίλα» που χρησιμοποιούσαν οι παλαιότεροι για να παρομοιάσουν την ζωή του ανθρώπου που ζει μονάχος του στην ερημιά. Σήμερα ο οικισμός αυτός δεν έχει πιά μόνιμους κατοίκους, αλλά φιλοξενεί ελάχιστους που ασχολούνται με το μάζεμα του ελαιοκάρπου.

    Στην περιοχή της Κουμπίλας και εκατέρωθεν της κοίτης του ποταμού Τάνου υπήρχαν και λειτουργούσαν νερόμυλοι, λιοτρίβια και νεροτριβές. Εκεί πήγαιναν πολλοί χωριανοί μας τα δημητριακά τους μέσα στα αλευρόσακα, φορτωμένα στα μουλάρια για να τα αλέσουν στους μύλους και τα στρωσίδια τους για πλύσιμο στις νεροτριβές, ενώ τα λιοτρίβια «έβγαζαν το λάδι» των ελαιοπαραγωγών της περιοχής. . Ο παλαιότερος από τους νερόμυλους ήταν «του Καλλούτση» ή «του Ζαβού». Ιδρύθηκε γύρω στα 1850 και λειτούργησε ως το 1950 περίπου. Εκτός από τον υδρόμυλο είχε και υδροκίνητο ελαιοτριβείο καθώς και νεροτριβή. Άλλος νερόμυλος ήταν «του Κούτσελα» ή «του Λοστού», που ιδιοκτήτης του ήταν ο συγχωριανός μας Δημήτρης Κούτσελας. Ο μύλος λειτούργησε ως το τέλος της δεκαετίας του 1900.Τέλος υπήρχε και λειτουργούσε ο μύλος και το ελαιοτριβείο «του Τσιβεριώτη» ή «του Γερμανού» που ιδρυτής του ήταν ο Παν. Τσιβεριώτης από του Ρούβαλη. Πριν από το 1930 το μύλο και το λιοτρίβι αγόρασε ο συμπατριώτης μας Κώστας Σιάμπος ή «Γερμανός», γι’ αυτό και ονομαζόταν και μύλος «του Γερμανού». Όλοι οι παραπάνω νερόμυλοι και οι νεροτριβές δεν λειτουργούσαν του καλοκαιρινούς μήνες, λόγω της έλλειψης νερού για την κίνησή τους. Σήμερα σώζονται μόνο υπολείμματα από τα εξαρτήματα των μύλων και των λιοτριβιών καθώς και χαλάσματα από τα κτίρια που τα στέγαζαν, για να θυμίζουν παλιές «ηρωικές» εποχές.

    Στα νεότερα χρόνια ο οικισμός της Κουμπίλας μετονομάστηκε, μάλλον εσφαλμένα, σε «Λουλούδια», αντί του ορθού «Λαλούδι». Και τούτο γιατί «Λαλούδι» ονομάζεται μια τοποθεσία της περιοχής, που τη σημαδεύουν βραχώδεις λόφοι και βρίσκεται στην περιοχή του οικισμού, ανάμεσα στου Τσιμούρη το χάνι και τη Ντουμινά, στο δρόμο Τρίπολης- Άστρους. Και «Λαλούδι» στην αρχαία ελληνική γλώσσα σημαίνει πέτρα-βράχος, προερχόμενο από την λέξη «λάς» (εξ ου και λατομείο και λατόμος). Άλλωστε και στο δημοτικό μας τραγούδι, το βραχώδες κάστρο της Μονεμβασιάς αναφέρεται ως «Λαλούδι της Μονεμβασιάς». Το σωστό λοιπόν ήταν η Κουμπίλα να ονομαστεί «Λαλούδι» και όχι «Λουλούδια» που ονομάστηκε, αφού η τελευταία ονομασία δεν χαρακτηρίζει καμιά τοποθεσία της περιοχής του οικισμού και είναι εντελώς άσχετη με αυτή.

     Μάλιστα ένας τεράστιος βράχος που έχει τη μορφή αετού, η λαϊκή παράδοση τον αναφέρει σαν το πετρωμένο «όρνιο της Κουμπίλας».Η παράδοση αναφέρει λοιπόν πως σε αυτό το βράχο στα παλιά χρόνια ζούσε ένα μεγάλο όρνιο.Οι ξωμάχοι της περιοχής το έβλεπαν ταχτικά για πολύ καιρό. Κάποτε όμως το όρνιο χάθηκε.Πέρασε περίπου ένας χρόνος και το όρνιο δεν ξαναφάνηκε πουθενά.Ο εξαφανισμός του συνέπεσε με τον Ρωσσοϊαπωνικό πόλεμο του 1904. Μιά μέρα όμως παρουσιάστηκε ξαφνικά να έρχεται με ταχύτητα, χτύπησε δυνατά πάνω στο βράχο που ζούσε και έπεσε καταγής.Ο βράχος τότε πήρε τη μορφή του. Κάποιος χωρικός από το γειτονικό χωριό του Αη Γιώργη το είδε που έπεσε κάτω χτυπημένο, πήγε εκεί και του άνοιξε την κοιλιά του.Εκεί  μέσα  βρήκε ένα δάχτυλο στρατιώτη με ένα δαχτυλίδι που το πήρε μαζί του.Πιστεύτηκε τότε πως το όρνιο οσμίστηκε τα πτώματα των θυμάτων του Ρωσσοϊαπωνικού πολέμου και πήγε εκεί για να εξασφαλίσει την τροφή του κατά το διαστημα της εξαφανίσεώς του από την Κουμπίλα.Όταν ξαναγύρισε στην Κουμπίλα,προφανώς από μεγάλη απροσεξία βρήκε τέτοιο θάνατο.Το πάθημα του όρνιου έγινε η αιτία να λένε οι κάτοικοι στα Καστριτοχώρια «σιγά ρε όρνιο της Κουμπίλας» η «έπεσε πάνω στον τοίχο σαν το όρνιο της Κουμπίλας» σε όποιον δείχνει χαρακτηριστική απροσεξία στις κινήσεις του.

                                         

                                                                                 Γ.Σκλημπόσιος - Μασκλινιώτης

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΤΡΑΙΝΟΥ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ   Από τις αρχές της δεκαετίας του 1890, μεγάλη ώθηση στην οικιστική, οικονομ...