Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2022

 

Η ΠΑΛΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΓΕΡΜΑΝΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ   ΣΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ

 

Για  πολλά χρόνια ηγούμενος στο μοναστήρι του Προδρόμου ήταν ο Καστρίτης παπαΧριστόφορος Διαμαντάκος. Η χωριανή μας Π.Χουγιάζου, που τον έζησε από κοντά, μας διηγήθηκε  και μας περιέγραψε, μεταξύ των άλλων, και το περιστατικό της πάλης του με το Γερμανό στρατιώτη το 1943,  όπως το είχε ακούσει από τον ίδιο.

Ήταν νεαρός, διάκος ακόμη, όταν πάλεψε με τον στρατιώτη τον Δεκέμβρη του 1943.Στο μοναστήρι εκείνη την εποχή βρισκόταν ηγούμενος, ο ιερομόναχος Ιερόθεος Κούτσελας και ο διάκος Χριστόφορος Διαμαντάκος, ένας άντρακλας μέχρι εκεί πάνω μαζί με άλλους καλογέρους. Κάποια μέρα στις αρχές του Δεκέμβρη του 1943 μια ομάδα πέντε Γερμανών στρατιωτών, του στρατού κατοχής, είχαν ανέβει στο μοναστήρι, με σκοπό τον έλεγχο, για τυχόν αντάρτες αλλά και για πλιάτσικο.

Μπήκαν στο μοναστήρι και αφού λεηλάτησαν τα κελάρια του μοναστηριού, πέταξαν τα εκκλησιαστικά και τα λογιστικά βιβλία στο έδαφος, έψαξαν τους χώρους, μην τυχόν και ήταν εκεί κρυμμένοι αντάρτες και κάθισαν να φάνε. Οι καλόγεροι τους έστρωσαν πλούσιο τραπέζι και φάγανε και ήπιανε του «σκασμού». Έπειτα κάθισαν στο αρχονταρίκι να ξεκουραστούν δίπλα στο τζάκι. Τότε ένας γεροδεμένος στρατιώτης της ομάδας, πρόσεξε την κορμοστασιά του διάκου και του ζήτησε να παλέψουν, πιστεύοντας ότι θα τον «βάλει κάτω», για να τον μειώσει στα μάτια των φίλων του στρατιωτών.

Ο ανυπότακτος Χριστόφορος, σηκώθηκε επάνω, πέταξε το ράσο, σταυροκοπήθηκε και ετοιμάστηκε να δώσει ένα γερό μάθημα στο Γερμανό στρατιώτη. Τον άρπαξε, τον τύλιξε με τα ατσάλινα μπράτσα του και τον τίναξε κάτω στο πάτωμα σαν άδειο σακί. Τον άφησε έπειτα να σηκωθεί και ο Γερμανός του έδωσε συγχαρητήρια. Στο δεύτερο γύρο που ξαναπάλεψαν πάλι ο Γερμανός βρέθηκε κάτω. Όταν ζήτησε και άλλος στρατιώτης να παλέψει με τον διάκο, οι υπόλοιποι φοβούμενοι πως θα επικρατούσε ξανά ο γιγαντόσωμος διάκος, βγάλανε τα γεμάτα πιστόλια τους, τα έστρεψαν κατά των καλογέρων και πιάσανε τις πόρτες στο αρχονταρίκι του μοναστηριού. Ο ηγούμενος, ο παπαΙερόθεος, μόλις είδε αυτή την εξέλιξη, επειδή φοβήθηκε πως οι Γερμανοί, αν ξανακέρδιζε τη μονομαχία ο διάκος, όχι μόνο θα κάνουν ζημιά στον ίδιο και στο διάκο, αλλά θα κάψουν και το μοναστήρι, τον πλησίασε και του είπε στο αυτί τραγουδιστά. «Πέσε χάμω Χριστόφορε, καμώσου, γιατί θα καεί το μοναστήρι».

Τότε ο διάκος, αν και ήταν αποφασισμένος να τους διαλύσει όλους με τα σιδερένια μπράτσα του, έχοντας υπόψη του και το περιστατικό της πρόσφατης εξόντωσης των Γερμανών στο Μονοδέντρι, κάνοντας «υπακοή» στα λόγια του ηγούμενου, με βαριά καρδιά άφησε τον αντίπαλό του να τον ρίξει κάτω, για να μην κάνουν ζημιά το μοναστήρι. Ικανοποιημένοι πια οι στρατιώτες μετά από αυτή την εξέλιξη, νομίζοντας πως έτσι ανέβηκε το γόητρό τους, χειροκρότησαν τον «νικητή» συμπατριώτη τους και έδωσαν στο διάκο ένα δαχτυλίδι. Παρά την πρόσκληση του ηγούμενου να διανυκτερεύσουν στο μοναστήρι, φοβήθηκαν και σηκωθήκανε και φύγανε, χωρίς να πειράξουν και να πάρουν ο, τιδήποτε.

Ο τότε Δεσπότης Γερμανός Μεταξάς πληροφορήθηκε το περιστατικό και κάλεσε το διάκο στην Τρίπολη για να δώσει εξηγήσεις. Κάποια μέρα πήγε στη Μητρόπολη ο διάκος και οι γραμματείς του Δεσπότη τον οδήγησαν στο γραφείο του. Όταν παρουσιάστηκε ενώπιον του δεσπότη ο σκληροτράχηλος ιερωμένος, έγινε «αρνάκι» και σε ερώτηση του Δεσπότη, τι κάνουν εκεί στο μοναστήρι, του απάντησε: «Τις δουλίτσες μας Σεβασμιώτατε. Καλλιεργούμε τα χωράφια μας και τα αμπέλια μας». Όμως στη συνέχεια, όταν ο Δεσπότης τον ρώτησε αν περνάνε Γερμανοί από εκεί και τι ακριβώς συνέβη με τους στρατιώτες που επισκέφτηκαν το μοναστήρι, κατάλαβε ο διάκος ότι ο Δεσπότης τα ήξερε όλα. Εξήγησε τότε στον προϊστάμενό του με λεπτομέρειες το συμβάν και αποχώρησε από τη Μητρόπολη χωρίς συνέπειες.

Εδώ θα αναφερθούμε και στην γενικότερη παρουσία και την προσφορά του παπαΧριστόφορου στο μοναστήρι. Αρχικά μπήκε σαν καλόγερος στην συνοδεία του Μοναστηριού και γρήγορα χειροτονήθηκε διάκος. Πολύ αργότερα, στις 31 Αυγούστου 1943 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και ξεχώριζε για την λεβεντιά του και την ασυνήθιστη δύναμή του. Από τις 15-1-1949 και εφεξής, όπως προαναφέρθηκε, ήταν ο ηγούμενος, η «ψυχή» του μοναστηριού. Τα τελευταία σαράντα χρόνια δεν έμενε μόνιμα εκεί, γιατί ενώ ήταν ηγούμενος του μοναστηριού, ιερουργούσε παράλληλα και στα γειτονικά στο μοναστήρι Καστριτοχώρια. Όμως κατά διαστήματα παρέμενε στο μοναστήρι, απασχολούμενος με την συντήρηση των κτιρίων του. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι κουβαλούσε από το ποτάμι που βρίσκεται στα πόδια του γιγαντιαίου βράχου, με ενενήντα μουλάρια που δανείζονταν από τους κατοίκους των γειτονικών χωριών, αμέτρητα φορτώματα άμμο και χαλίκι, καθώς και άλλα οικοδομικά υλικά από το Καστρί, για την εκτέλεση των απαραίτητων οικοδομικών εργασιών στο μοναστήρι. Όταν παρέμενε στο Καστρί, πηγαινοερχόταν συνεχώς εκεί καβάλα στο μουλάρι, χωρίς να υπολογίζει τις άσχημες καιρικές συνθήκες καθώς και το δύσκολο και επικίνδυνο μονοπάτι πάνω από το γκρεμό, που οδηγούσε στο μοναστήρι, αφού ο αυτοκινητόδρομος προς τα εκεί ανοίχτηκε τελευταία. Έμεινε ηγούμενος του μοναστηριού μέχρι το 1980,οπότε αποσύρθηκε λόγω γήρατος. Παρέδωσε το μοναστήρι στις καλόγριες της μονής Μαλεβής. Ο λεβεντόπαπας αυτός έζησε μέχρι τα βαθιά γεράματα, φιλοξενούμενος τελευταία, κατά το διάστημα της ανημποριάς του, από την οικογένεια Αντ. Χουγιάζου, στη Μάσκλινα. Όταν κοιμήθηκε η σορός του ετάφη στο κοιμητήριο του χωριού μας και τα λείψανά του μεταφέρθηκαν  στο μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου, εκεί που αφιέρωσε μεγάλο μέρος της ζωής του.

                                                                                                Γ.Σκλημπόσιος - Μασκλινιώτης

                

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

    ΤΑ ΧΑΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ   Τα χάνια δεν είναι δημιούργημα των νεωτέρων χρόνων αλλά ανάγονται στους αρχαίους χρόνους...