Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 2022

 

                                        Η   ΥΔΡΕΥΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΑΣ       

    

       Κατά τους πρώτους χρόνους που εγκαταστάθηκαν οι κάτοικοι στο χωριό, (1835), για την ύδρευσή τους και για το πότισμα των ζώων τους, αναζήτησαν νερό στο άνυδρο τοπίο της περιοχής, σκάβοντας πηγάδια για να καλύψουν τις ανάγκες τους.  Σε όλη την περιφέρεια του χωριού υπάρχει μεγάλος αριθμός πηγαδιών. Τα περισσότερα είναι βαθιά και το βάθος τους κυμαίνεται από 5-10 μέτρα. Ελάχιστα είναι  ρηχά, βάθους 2 -3 μέτρων περίπου. Των τελευταίων  η ποσότητα του νερού που παρέχεται είναι πολύ μικρή. Πολλά από αυτά, κυρίως εκείνα που βρίσκονται σε κοντινή απόσταση από το χωριό ή στις παρυφές των οικισμών του  ήταν βαθιά και το νερό τους χρησίμευε τότε κυρίως για την ύδρευση των κατοίκων και του ζωικού τους κεφαλαίου και δευτερευόντως για άρδευση των περιβολιών τους.

Το νερό αντλούσαν από τα πηγάδια με «κουβάδες» που έδεναν σε «τριχιές», και τους τραβούσαν γεμάτους  νερό με τα χέρια, μέχρι την επιφάνεια του πηγαδιού. Ακόμη και σήμερα οι πέτρες που βρίσκονται στα χείλια των πηγαδιών είναι χαραγμένες από τις «τριχιές» που σύρονταν πάνω σε αυτές, φέρνοντας το νερό στην επιφάνεια. Όλα τα πηγάδια δεν ήταν μέσα στον οικιστικό πυρήνα της κάθε γειτονιάς, αλλά σε μικρή απόσταση από αυτή. Έτσι η Μακρέκη γειτονιά υδρευόταν από το πηγάδι του ΑηΓιώργη που βρίσκεται έξω από την εκκλησία και τα Αντωνέκα από  το πηγάδι  στο Παλιοκρόπι. Η συνοικία Ζαρελιάνικα υδρευόταν από το Ζαρελιανέκο πηγάδι που βρίσκεται στις υπώρειες των υψωμάτων του Αγίου Πέτρου. Οι άλλες συνοικίες του χωριού υδρεύονταν από το πηγάδι της Φιλιππούς που βρίσκεται στις υπώρειες του Καυκαλά, κοντά όμως στο χωριό.

Το πηγάδι της κάθε γειτονιάς, αποτελούσε σημείο αναφοράς και συγκέντρωσής της. Τα ζώα τους τα πότιζαν επιτόπου, ρίχνοντας το νερό στην πέτρινη λεκάνη (κορύτα) που υπήρχε δίπλα ακριβώς στο πηγάδι. Επειδή η απόσταση των συνοικιών του χωριού από τα πηγάδια  ήταν μεγάλη, η μεταφορά του νερού στα σπίτια γινόταν με τα ζώα, γαϊδούρια ή μουλάρια. Στην περίπτωση αυτή φόρτωναν στο ζώο συνήθως δύο βαρέλια σε όρθια θέση. Η μεταφορά του νερού από το πηγάδι με τα ζώα γινόταν σε λίγες περιπτώσεις, γιατί δεν είχαν όλες οι οικογένειες γαϊδουρομούλαρα και τις περισσότερες φορές αυτά δεν ήταν διαθέσιμα, όταν παρουσιαζόταν τέτοια ανάγκη. Στην περίπτωση όμως αυτή φόρτωναν στο ζώο συνήθως δύο βαρέλια. Την μεταφορά με αυτό το μέσο μπορούσε να την κάνει και ο άντρας. Πολλές φορές η νοικοκυρά ήταν υποχρεωμένη να πάει στο πηγάδι δύο και τρείς φορές και να μεταφέρει φορτωμένη στην πλάτη της σε κάθε διαδρομή το βαρέλι γεμάτο νερό. Η διαδικασία αυτή όμως της μεταφοράς ήταν κουραστική. Για να μεταφέρει λ.χ. το βαρέλι η νοικοκυρά από το πηγάδι του ΑηΓιώργη μέχρι την Μακρέκη γειτονιά έπρεπε να διασχίσει την περιοχή της «λάκας», από το πηγάδι στο Παλιοκρόπι, έπρεπε να διανύσει ολόκληρη την Αντωνέκη γειτονιά, ενώ από Ζαρελιάνικο πηγάδι μέχρι την Ζαρελιάνικη γειτονιά η απόσταση ήταν αρκετά μεγάλη. Οι Ζαρελιανέοι για τον λόγο αυτό και για την καλύτερη εξυπηρέτησή τους κατασκεύασαν στο κέντρο της γειτονιάς τους, δίπλα στο σπίτι του Παναγιώτη Κουρλιμπίνη μεγάλη υπόγεια δεξαμενή, «στέρνα», από την οποία υδρεύονταν αυτοί και τα ζώα τους.

Λόγω της λειψυδρίας που υπήρχε γενικά στο χωριό, κάθε νοικοκύρης φρόντισε να κατασκευάσει στο σπίτι του και αποθηκευτικό χώρο για νερό, τη «στέρνα». Τη γέμιζαν συνήθως με το νερό της βροχής, που μάζευαν  τις βροχερές ημέρες του χειμώνα από τους ρέφτες των κεραμιδιών του σπιτιού τους. Οι στέρνες αυτές κατασκευάζονταν στα υπόγεια συνήθως των κατοικιών και ήταν μεγάλης χωρητικότητας. Ορισμένες από αυτές χωρούσαν ακόμη και εκατό τόνους νερό. Από αυτό το νερό που αντλούσαν από την στέρνα είτε με τέσα, που ήταν δεμένη σε σιδερένια ανοξείδωτη αλυσίδα, είτε με την «τρόμπα», είδος χειροκίνητης σιδερένιας αντλίας που τοποθετείτο στο στόμιο της στέρνας, υδρεύονταν οι άνθρωποι και το ζωικό κεφάλαιο κάθε νοικοκυριού, το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου, αλλά ιδιαίτερα τους θερινούς μήνες, που η λειψυδρία στο χωριό ήταν πιο έντονη.

Όσοι δεν είχαν στέρνες να αποθηκεύσουν νερό για τις ανάγκες τους, τον χειμώνα που έβρεχε «έπιαναν» σε σκαφίδια, σε βαρέλια πετρελαίου ή σε καζάνια το νερό της βροχής που έπεφτε από τους ρέφτες της κεραμοσκεπής του σπιτιού. Αυτό το νερό το έπιναν μόνο σε έσχατη ανάγκη και συνήθως το χρησιμοποιούσαν για τις άλλες ανάγκες τους. Σε περίπτωση αρκετής χιονόπτωσης το χιόνι αποτελούσε ένα τρόπο ύδρευσης του νοικοκυριού. Στην περίπτωση αυτή της ακραίας ανάγκης γέμιζαν με χιόνι την κατσαρόλα και την τοποθετούσαν στη φωτιά του τζακιού πάνω στην σιδεροστιά. Το χιόνι έλιωνε και γινόταν νερό. Αυτή όμως την διαδικασία έπρεπε να την επαναλάβουν πολλές φορές, γιατί από το χιόνι βγαίνει μικρή ποσότητα νερού, δυσανάλογη με τον όγκο του.Σε προσεχές σημείωμά μας θα αναφερθούμε στην πηγή της Κάρβιας και στις κοινοτικές βρύσες που υπήρχαν στις γειτονιές του χωριού για την υδροδότηση των κατοίκων του.

                                                                      Γ.Σ.Μασκλινιώτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΤΡΑΙΝΟΥ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ   Από τις αρχές της δεκαετίας του 1890, μεγάλη ώθηση στην οικιστική, οικονομ...