Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ
ΤΟΥ
ΧΑΡΤΑΕΤΟΥ ΤΗΝ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1950 ΑΠΟ
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑΡΟΠΑΙΔΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΑΣ
Τις ημέρες της αποκριάς τα σχολιαρόπαιδα
ετοίμαζαν και πετούσαν τους χαρταετούς τους. Εύρισκαν ένα χοντρό καλάμι που θα
αποτελούσε τον σκελετό του. Το έκοβαν σε μήκος ενός τουλάχιστον μέτρου περίπου
και αφού το έσχιζαν στα τέσσερα σε όλο του το μήκος, έκαναν εγκοπές με κοφτερό
μαχαίρι, στις άκρες των καλαμιών που προήλθαν από το σχίσιμο. Έπαιρναν τα τρία
από τα σχισμένα καλάμια και τα έδεναν στη μέση χιαστί, φροντίζοντας να
διατηρούνται ίσες αποστάσεις ανάμεσά τους, ώστε στο τέλος να έχουν ένα κανονικό
εξάγωνο, με ίσα όλα του τα τμήματα. Περνούσαν ένα γερό σκοινί περιφερειακά του
εξαγώνου, δένοντάς το σφιχτά στις εγκοπές που είχαν δημιουργήσει στις άκρες των
καλαμιών, για να εξασφαλίζουν μόνιμα την ισότητα των τμημάτων του εξαγώνου.
Έβαζαν
το σκελετό του χαρταετού πάνω σε ένα μεγάλο χαρτί που είχαν βγάλει από σακούλα
λιπασμάτων - που να βρεθούν άλλωστε χρήματα για την αγορά χαρτιού από στην
τοπική αγορά- και το έκοβαν γύρω -γύρω στην περίμετρο του εξαγώνου, αφήνοντας
περιθώριο ως πέντε εκατοστά. Σε ένα δοχείο ανακάτευαν αλεύρι και έφτιαχναν
προζύμι, που το χρησιμοποιούσαν αντί για κόλλα, που ήταν και αυτή εκείνη την
εποχή δυσεύρετη. Αφού άλειφαν με προζύμι περιφερειακά το κομμένο χαρτί, το
δίπλωναν στις άκρες του και έτσι δημιουργείτο με το χαρτί ένα κανονικό εξάγωνο,
πάνω στο σκελετό του χαρταετού.
Έπειτα
άρχιζαν την κατασκευή των ζυγιών του χαρταετού: α) τα ζύγια της ουράς και β) τα
ζύγια που ρύθμιζαν το πέταγμα του αετού. Για να φτιάξουν τα ζύγια της ουράς
έδεναν στη μια άκρη του καλαμιού μια γερή κλωστή από την μια άκρη της, ενώ την
άλλη άκρη την έδεναν στην άκρη του γειτονικού καλαμιού, ώστε η κλωστή να
σχηματίζει ένα τρίγωνο, με κορυφή του τριγώνου το κέντρο του χαρταετού.
Έφτιαχναν
την ουρά του χαρταετού, δένοντας σε μια κλωστή μήκους δύο τουλάχιστον μέτρων
και σε αραιά διαστήματα κατά μήκος της κλωστής κομμάτια από εφημερίδες ή άλλα
ψαλιδισμένα χαρτιά. Έδεναν την άκρη της ουράς στην κλωστή που σχημάτιζε ανάποδο
τρίγωνο και στο σημείο ακριβώς της κορυφής του τρίγωνου που σχημάτιζε η κλωστή.
Τέλος έφτιαχναν τα ζύγια, που ρύθμιζαν
το πέταγμα του χαρταετού. Έδεναν την μια άκρη κλωστής στην μια άκρη του
καλαμιού και την άλλη άκρη της στην διπλανή άκρη του άλλου καλαμιού, στην
απέναντι ακριβώς μεριά του τριγώνου που είχαν φτιάξει προηγούμενα για τα ζύγια
της ουράς, ώστε να σχηματιστεί με την κλωστή ένα ακόμη ισοσκελές τρίγωνο. Τέλος
έδεναν γερά την άκρη του κουβαριού (καλούμπα) της κλωστής που προορίζονταν για
το πέταγμα του αετού ακριβώς στην μέση του χαρταετού, εκεί που τέμνονταν τα
καλάμια μεταξύ τους. Από το κέντρο του χαρταετού και σε απόσταση ίση με τις
πλευρές του τριγώνου που σχημάτισαν προηγούμενα, συνέδεαν σφιχτά την κλωστή του
κουβαριού με την κλωστή που σχημάτιζε τρίγωνο και στο σημείο ακριβώς της
κορυφής του τριγώνου, έτσι ώστε να σχηματίζεται με τις συνδεδεμένες κλωστές μια
νοητή πυραμίδα. Ο χαρταετός ήταν πια έτοιμος να πετάξει.
Συνήθως
πήγαιναν για το πέταγμα του χαρταετού σε σημεία που φυσούσε αέρας, και κυρίως
στα αλώνια της γειτονιάς, αφού εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν πουθενά καλώδια
ηλεκτρικού ρεύματος, για τον κίνδυνο ηλεκτροπληξίας. Τα παιδιά της γειτονιάς
μου πετούσαμε τον χαρταετό στο Γιανναρέκο αλώνι που δεν υπάρχει πιά, πάνω
ακριβώς από το σπίτι μας στην αγορά. Τώρα βγαίνουν έξω από το χωριό για το
πέταγμα του χαρταετού, εκεί που δεν υπάρχουν ηλεκτροφόρα σύρματα.
Ένας
κρατούσε με τα δύο του χέρια τον χαρταετό ψηλά, κόντρα στον αέρα, ενώ ένας
άλλος, που στεκόταν μερικά μέτρα πιο μακριά, τραβώντας την κλωστή του
κουβαριού, ανύψωνε τον χαρταετό στον ουρανό. Αν ο αέρας φυσούσε δυνατά και ο
χαρταετός κατά την ανύψωσή του στροβιλίζονταν, διαπίστωναν ότι χρειαζόταν
μεγαλύτερο αντίβαρο για να σταθεροποιηθεί, γι’ αυτό τον κατέβαζαν και του
πρόσθεταν ακόμη ένα κομμάτι με ουρά που είχαν έτοιμη.
Μόλις
απλωνόταν όλο το κουβάρι της κλωστής και ο χαρταετός έφτανε ψηλά, έδεναν την
άκρη της σε ένα μικρό ξύλο, για να μην ξεφύγει από τα χέρια τους και την χάσουν
μαζί με τον χαρταετό. Ένας κρατούσε το ξύλο με την κλωστή του χαρταετού και οι
άλλοι τριγύρω χάζευαν το ύψος του. Πολλές φορές από το ίδιο σημείο πετούσαν δύο
και τρείς χαρταετοί, οπότε γινόταν ένας μικρός άτυπος διαγωνισμός μεταξύ των
παιδικών ομάδων, τίνος ο χαρταετός θα φτάσει ψηλότερα.
Γιώργος
Στυλ. Σκλημπόσιος - Μασκλινιώτης