ΟΙ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΡΥΓΟ ΣΤΗ ΜΑΣΚΛΙΝΑ
Όταν έμπαινε ο Σεπτέμβρης πρώτη δουλειά των νοικοκυραίων της Μάσκλινας ήταν να ετοιμάσουν τα βαγένια που θα αποθήκευαν το μούστο και είχαν «ξερομαχιάσει*». Τα γέμιζαν νερό για μερικές ημέρες για να φουσκώσουν οι δόγες τους. Στη συνέχεια έμπαιναν μέσα σε αυτά για να τα πλύνουν, από μια πορτούλα στον μπροστινό παζό του βαγενιού. Έβγαζαν από μέσα την λάσπη που είχε συγκεντρωθεί από την προηγούμενη χρονιά και τα έξυναν με την ξύστρα, για να καθαρίσουν καλά. Έπειτα σε ένα μεγάλο καζάνι έβραζαν θυμάρια, ρείκια και άλλα αρωματικά φυτά. Το αρωματισμένο νερό που ακόμη έβραζε το έριχναν μέσα στο βαγένι και έκλειναν την πόρτα του. Οι αρωματισμένοι υδρατμοί περνούσαν στο ξύλο του βαγενιού και έδιναν ιδιαίτερο άρωμα στο κρασί. Ύστερα από μερικές ώρες έχυναν το νερό από το βαγένι. Καμμιά φορά έριχναν μέσα και σκόνη ασβέστη (χορίγι) για να μην ξινίσει το κρασί, γιατί η ασβέστη απολυμαίνει το βαγένι, σκοτώνοντας τον βάκιλο της ζύμωσης του όξους. Τα βαγένια που δεν κρατούσαν μέσα το νερό τα «έσουρναν από την αρχή», δηλαδή τα χαλούσε ο μάστορης (βαγενάς), άλλαζε τις χαλασμένες δόγες και τα ξανάφτιαχνε, «τα έστηνε» πάλι, σφίγγοντας τα σιδερένια στεφάνια του βαγενιού.΄Υστερα τα τοποθετούσαν στα κατώγια τους, τοποθετώντας τα πάνω σε χοντρά κούτσουρα, τα «πελάγια», στερεωμένα καλά και σφηνωμένα, για να μην κουνιούνται. Έπλεναν τους ληνούς και τα πολίμια για να δεχτούν τα σταφύλια και το μούστο, ενώ παράλληλα μάζευαν τα κοφίνια, τους «τριατικούς» όπως τους έλεγαν και τις βούτες για την μεταφορά των σταφυλιών από τα αμπέλια στους ληνούς. Τέλος τα συνεργεία με τις τσιπουριές ετοιμάζονταν και αυτά, επισκευάζοντας τις τσιπουριές τους, για να στίψουν τα τσίπουρα στους ληνούς των συγχωριανών τους έναντι αμοιβής.Ο αείμνηστος χωριανός μας Γιώργος Μίλης, σημειώνει στις γραπτές σημειώσεις του «πως την εποχή του μεσοπολέμου στο Ελαιοχώρι καλλιεργούσαν πολλά αμπέλια. Ο τρύγος των σταφυλιών διαρκούσε περίπου ένα μήνα. Από την παραγωγή μούστου του χωριού μας εφοδιαζόταν με κρασιά όλη η βορειοανατολική Κυνουρία. Τον μούστο τον μετέφεραν με τα ζώα μέσα σε ασκιά στο Άστρος, Κορακοβούνι, Άγιο Αντρέα κλπ». Θυμάται ακόμη πως «σε ηλικία δέκα ετών με το μουλάρι τους, την ψαριά, ένα καλό και ήσυχο μουλάρι, μετέφερε μούστο μαζί με άλλους αγωγιάτες στο παράλιο Άστρος, που απείχε από το χωριό πέντε ώρες δρόμο. Επειδή στο δρόμο κουραζόταν, οι άλλοι χωριανοί αγωγιάτες, που συνταξίδευαν, τον έβαζαν και καβαλούσε στα καπούλια του μουλαριού τους, της ψαριάς». Τέλος θυμάται και «το φαγητό που τους προσέφερε ο έμπορας, όπως συνηθιζόταν και αποτελείτο από ψάρια μαρινάτα και κεφαλοτύρι, πολυτέλεια γι’ αυτόν την εποχή εκείνη».
Γιώργος Στυλ. Σκλημπόσιος - Μασκλινιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου