Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΣΤΗΝ
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΗΓΙΩΡΓΗ
Ανέκαθεν τις Κυριακές αλλά
και τις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης
οι ευσεβείς και φιλακόλουθοι Μασκλινιώτες, μόλις σήμαιναν οι καμπάνες της εκκλησίας του ΑηΓιώργη, έτρεχαν όλοι εκεί, για να
παρακολουθήσουν τις ιερές ακολουθίες και να ευχαριστήσουν τον Κύριο και τους
Αγίους του για όσα τους χάριζαν απλόχερα
στα σπιτικά τους. Σιγοψιθύριζαν μαζί με τον παππά του χωριού και τους
διακόνους του αναλογίου ύμνους και
δεήσεις για τα αγαθά που τους κρατούσαν στη ζωή και τους χάριζαν ευτυχία αλλά και
για όσα περίμεναν να απολαύσουν μελλοντικά.
Παλαιότερα όμως και για
πολλές δεκαετίες η μετάβασή τους στην εκκλησία ήταν προβληματική. Η κατάσταση ολόκληρου του οδικού δικτύου του
χωριού ήταν επιεικώς απαράδεκτη, αφού οι δρόμοι ήταν γεμάτοι λακκούβες και
πέτρες ο δε φωτισμός τους, μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1960, ήταν
ανύπαρκτος. Ιδιαίτερα οι κάτοικοι των
ακραίων (δώθε Μεσοραχίτικα) και των απομακρυσμένων (Κατσιρέκα, Λιατσέκα κλπ) συνοικιών στην
εκκλησία του ΑηΓιώργη αντιμετώπιζαν πολλές δυσκολίες κατά την μετάβαση και την
επιστροφή τους από την εκκλησία.
Συγκεκριμένα οι
διαμένοντες στην Κατσιρέκη γειτονιά στο Σαμόνι, για να συντομέψουν το
δρομολόγιό τους, συνήθως δεν ακολουθούσαν
τον κακοτράχαλο χωματόδρομο που οδηγούσε στο χωριό, αλλά περνούσαν πάνω από τη
γέφυρα του Αρκουδιά, που η διέλευσή της είναι άκρως επικίνδυνη ακόμη και σήμερα,
λόγω του μεγάλου ύψους της. Σε θέλει ακροβάτη και σου προκαλεί ίλιγγο. H μετάβαση των
κατοίκων από τη συνοικία Λιατσέκα στην εκκλησία του ΑηΓιώργη, πλην των άλλων
δυσκολιών από την κακή βατότητα του οδικού δικτύου και τις ανηφοροκατηφόρες,
απαιτούσε μεγάλο χρονικό διάστημα, λόγω της απόστασης. Αλλά και οι κάτοικοι που διέμεναν στον κεντρικό πυρήνα του χωριού παλαιότερα αντιμετώπιζαν και αυτοί προβλήματα,
αφού και εκεί οι δρόμοι ήταν κακοτράχαλοι και σκοτεινοί.
Τα μαθητούδια κατέβαιναν συνοδεία των δασκάλων τους από το σχολείο
στην εκκλησία με δυσκολία τον κακοτράχαλο κατηφορικό κεντρικό δρόμο μέσα στο καταχείμωνο. Φορούσαν
πεντακάθαρα μεν αλλά φτωχικά ρούχα που ήταν
συνήθως εκτός εποχής, αφήνοντας το παγωμένο αγιάζι* να φτάνει στα
κορμάκια τους κατάσαρκα και τα ποδαράκια
τους να είναι εκτεθειμένα στο κρύο και
τη βροχή.
Ιδιαίτερα τις μεγάλες
γιορτές της Χριστιανοσύνης (Χριστούγεννα, Μεγάλη Εβδομάδα, Ανάσταση) που έπρεπε να μεταβούν στην εκκλησία,
οδοιπορώντας μέσα στο σκοτάδι η κατάσταση ήταν τραγική. Με λαδοφάναρα και
ηλεκτρικούς φακούς που κρατούσαν στα
χέρια, προσπαθούσαν να φωτίσουν το δρόμο τους, αλλά και αυτά τα μέσα ήταν
πενιχρά. Όμως παρά τις δυσκολίες, μόλις
σήμαιναν οι καμπάνες της εκκλησίας, έτρεχαν όλοι να λειτουργηθούν και η
εκκλησία γέμιζε ασφυκτικά από κόσμο. Και σαν τέλειωναν οι ακολουθίες, έπαιρναν
τον ίδιο, δύσκολο δρόμο για να επιστρέψουν στα σπίτια τους.
Σοβαρά προβλήματα
αντιμετώπιζαν οι κάτοικοι κατά την εκφορά
των οικείων τους που είχαν φύγει από τη ζωή, όταν τους μετέφεραν στους
ώμους μέχρι την τελευταία τους κατοικία, στο νεκροταφείο του ΑηΓιώργη. Οι
γαμήλιες πομπές που κατευθύνονταν προς την εκκλησία, με μπροστάρηδες τους οργανοπαίχτες, πιο πίσω τον γαμπρό και
την νύφη και ακολούθως τους συγγενείς και τους καλεσμένους, αντιμετώπιζαν τις
ίδιες δυσκολίες.
Τώρα όμως τα πέτρινα χρόνια πέρασαν ανεπιστρεπτί. Οι απομακρυσμένες συνοικίες από
τον οικιστικό πυρήνα του χωριού δεν κατοικούνται πιά, ενώ οι ασφαλτοστρωμένοι
δρόμοι που οδηγούν σε όλες τις γειτονιές του χωριού και τα αυτοκίνητα έχουν επιλύσει
όλα τα παραπάνω προβλήματα με τον καλύτερο τρόπο. Όλοι σχεδόν οι κάτοικοι του
χωριού μεταβαίνουν πια άνετα στην εκκλησία σε πολύ λίγο χρόνο και στην
συντριπτική τους πλειοψηφία εποχούμενοι.
Γ.Σ. Μασκλινιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου