Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΤΡΑΙΝΟΥ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1890, μεγάλη ώθηση στην οικιστική, οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη του χωριού μας, έδωσε η κατασκευή και λειτουργία της σιδηροδρομικής σύνδεσης της Αθήνας με την Τρίπολη και την Καλαμάτα, που πέρασε μέσα από το χωριό. Κάποιοι μάλιστα υποστηρίζουν, πως η ύπαρξη και η εξέλιξη του χωριού μας σε «κεφαλοχώρι» οφείλεται στην διέλευση του σιδηρόδρομου από την περιοχή μας. Ο πρώτος σιδηροδρομικός συρμός πέρασε από το σταθμό του χωριού την 2 Φεβρουαρίου 1892 και το ταξίδι από την Αθήνα ως την Τρίπολη διαρκούσε τότε οκτώ ώρες.
Την εποχή
εκείνη ο σιδηρόδρομος συνέβαλε γενικότερα στην ενοποίηση και διεύρυνση της
αγοράς και στην περαιτέρω βιομηχανική και γεωργική ανάπτυξη της ανατολικής
Αρκαδίας. Η παρουσία του δημιούργησε συνθήκες για την ομογενοποίηση και
χωροταξική οργάνωση της περιοχής. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν τη λειτουργία
του σιδηροδρόμου, η μεταφορά αλεύρων και άλλων εδώδιμων και αποικιακών προϊόντων
από την Αθήνα στην Τρίπολη στοίχιζε περισσότερο από ότι η μεταφορά τους από το
εξωτερικό στον Πειραιά.
Ειδικότερα η δημιουργία σιδηροδρομικού
σταθμού στο χωριό μας συνέβαλε αποφασιστικά στην άρση της συγκοινωνιακής
απομόνωσης ολόκληρης της περιοχής της Κυνουρίας. Αποτέλεσε κέντρο διακίνησης
ανθρώπινου δυναμικού από και προς το χωριό αλλά και προς όλη την γύρω περιοχή.
Επίσης διακίνησε εμπορεύματα και αγαθά,
εισήγαγε την τεχνολογία, μετέφερε τον Αθηναϊκό τύπο και το ταχυδρομείο από την
Τρίπολη, την Καλαμάτα, το Άργος και την Αθήνα. Γενικότερα είχε ευεργετικές
επιπτώσεις σε όλο το φάσμα της ζωής των κατοίκων της Βόρειας Κυνουρίας.
Για πολλές δεκαετίες, μέχρι τα τέλη της
δεκαετίας του 1970, όταν πια το αυτοκίνητο αποτέλεσε το κύριο μέσο μεταφοράς, ο
σιδηροδρομικός σταθμός του χωριού μας κατέστη σημείο μεγάλης επιβατικής και
εμπορευματικής κίνησης. Καθημερινά οι κάτοικοι του χωριού, μετέβαιναν με το
πρώτο πρωινό τραίνο στις γειτονικές μεγάλες πόλεις και την Αθήνα, για την
τακτοποίηση των υποθέσεών τους με άνεση και ασφάλεια, και για την αγορά των
απαραίτητων αγαθών και επέστρεφαν αυθημερόν ή την επομένη πάλι με το τραίνο στα
σπίτια τους. Αλλά και οι επιβάτες του τραίνου οι προερχόμενοι από την Αθήνα και
το εξωτερικό, που προορίζοντο για τα γύρω χωριά της Κυνουρίας αποβιβάζοντο στο
σταθμό της Μάσκλινας και από εκεί με τα μουλάρια και με αγωγιάτες Μασκλινιώτες κυρίως, οδηγούντο
μαζί με τις αποσκευές τους στα χωριά τους. Από την έναρξη λειτουργίας του
σιδηρόδρομου δημιουργήθηκε από τους κατοίκους της Μάσκλινας το δευτερεύον
επάγγελμα του αγωγιάτη, που πριν από τη λειτουργία του τραίνου ήταν ανύπαρκτο.
Ο συμπατριώτης
μας ακαδημαϊκός και συγγραφέας Θανάσης Βαλτινός σε ένα από τα βιβλία του, την «Ορθοκωστά» αναφέρει
χαρακτηριστικά πως ένας ξενιτεμένος από του Καράτουλα, γυρνώντας από την ξενιτειά,
έφτασε στην Μάσκλινα με το τραίνο, με δυο - τρεις άλλους Καστρίτες. Εκεί τον
περίμεναν Μασκλινέοι αγωγιάτες που τους είχε τηλεγραφήσει εν τω μεταξύ. Τότε
δεν υπήρχε αυτοκινητόδρομος προς το Καστρί, αλλά έφτανε μέχρι τα χάνια του
Κούλβη. Φόρτωσαν οι αγωγιάτες τα μπαούλα που έφερε ο Καρατουλιάνος σε δέκα τρία !!!!! μουλάρια, καβάλησε και ο
γέρος σε ένα άλλο και ξεκίνησαν για του Καράτουλα, μέσω Λαγκάδας και
Δραγουνιού.
Για
πολλά χρόνια, τις δεκαετίες του 1960 και 1970, «κατοικούσαν» σε φορτηγά
βαγόνια, που είχαν μετατρέψει σε καταλύματα, στο σιδηροδρομικό σταθμό, ακόμη
και σαράντα τεχνίτες ( γεφυράδες κλπ) των ΣΠΑΠ (ΟΣΕ), για να επισκευάζουν και
να συντηρούν τα βαγόνια του τραίνου, τις σιδηροδρομικές γραμμές και τα
σιδερένια γεφύρια της γραμμής, που αριθμούν δεκάδες στην ευρύτερη περιοχή. Με
την σχεδόν μόνιμη διαμονή τους έδιναν
ζωή στο χωριό.
Καθημερινά,
πλην της επιβατικής κίνησης, φορτωνόταν και εκφορτωνόταν από το σταθμό στα
τραίνα μεγάλος όγκος εμπορευμάτων. Φορτηγά
βαγόνια ανοιχτού και κλειστού τύπου στάθμευαν στις γραμμές αναμονής του
σταθμού για μέρες και εκεί οι «παστές» ελιές και το λάδι, σε μεγάλες
ποσότητες, φορτώνονταν στα βαγόνια, για να μεταφερθούν στις αγορές της
Τρίπολης, του Άργους και της Αθήνας, Παράλληλα παντός είδους αγαθά και
εμπορεύματα (οικοδομικά υλικά, ξυλεία, οικιακός εξοπλισμός κλπ) ξεφορτώνονταν
στο σταθμό, και από εκεί φορτώνονταν στα μουλάρια από τους ίδιους τους κατοίκους και προωθούντο
στα σπίτια τους. Εργάτες- αχθοφόροι Μασκλινιώτες μετέφεραν
καθημερινά από τα φορτηγά βαγόνια του τραίνου, φορτωμένα στις πλάτες τους τα σακιά, βάρους πενήντα κιλών περίπου, που
περιείχαν τσιμέντο, ασβέστη ή γεωργικά
λιπάσματα. Τα τοποθετούσαν στις
γειτονικές αποθήκες του Κουρβεταρόγιαννη και του Γεωργικού Συνεταιρισμού που
βρισκόταν στο διπλανό σπίτι του Κ. Κόκκωνα. Με τα υλικά αυτά οι χωριανοί μας
κάλυπταν τις ανάγκες τους. Αλλά και κάτοικοι των γύρω χωριών έρχονταν στο χωριό
μας, αγόραζαν τα παραπάνω υλικά και τα μετέφεραν, φορτωμένα στα μουλάρια
τους, στον τόπο τους. Γ.Σ.Μασκλινιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου